Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος, στιχ. 614-615 (Κρέων)

μόνο ο χρόνος φανερώνει τον δίκαιο άντρα· τον κακό και μια μέρα φτάνει για να τον μάθεις
χρόνος δίκαιον ἄνδρα δείκνυσιν μόνος• κακὸν δὲ κἂν ἐν ἡμέρᾳ γνοίης μιᾷ

Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος, στιχ. 1528-1530 (χορός)

Κανέναν άνθρωπο δεν πρέπει να μακαρίζουμε πριν δούμε την τελευταία του μέρα, πριν περάσει το τέλος της ζωής του χωρίς πόνο
θνητὸν ὄντ' ἐκείνην τὴν τελευταίαν ἰδεῖν ἡμέραν ἐπισκοποῦντα μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών

Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος, στιχ. 1390 (Οιδίποδας)

Είναι ωραίο όταν έχεις τη σκέψη σου μακριά από τις δυστυχίες
τὸ γὰρ τὴν φροντίδ' ἔξω τῶν κακῶν οἰκεῖν γλυκύ

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 1197-1198 (Αντιγόνη)

Του κακού θυμού πόσο κακό είναι το τέλος!
κακοῦ θυμοῦ τελευτὴν ὡς κακὴ προσγίγνεται

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 658-660 (Θησέας)

Και οι πολλές απειλές πάνω στον πολύ θυμό μάταια ξεστομίζονται, αφού όταν ο νους επανέρχεται, αποδεικνύονται φρούδες οι απειλές
Πολλαὶ δ' ἀπειλαὶ πολλὰ δὴ μάτην ἔπη θυμῷ κατηπείλησαν, ἀλλ' ὁ νοῦς ὅταν αὑτοῦ γένηται, φροῦδα τἀπειλήματα

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 1026-1027 (Θησέας)

Αυτά που αποκτούνται με δόλο και όχι με τι δίκιο δεν είναι βέβαια
τὰ γὰρ δόλῳ τῷ μὴ δικαίῳ κτήματ' οὐχὶ σῴζεται

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 880 (Κρέων)

Στα δίκαια και ο μικρός νικά τον μεγάλο
Τοῖς τοι δικαίοις χὠ βραχὺς νικᾷ μέγαν.

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 1211-1220 (χορός)

Όποιος στη ζωή του επιδιώκει πράγματα πάνω από το μέτρο και αφήνει τη μετριοπαθή ζωή, θα φανεί, σύμφωνα τουλάχιστον με τη δική μου γνώμη, ότι τον διακατέχει η ανοησία. Κι αυτό γιατί ο μακρύς χρόνος τα πολλά τα οδηγεί κοντά στη λύπη, ενώ τα ευχάριστα δε θα τα δει πουθενά όποιος επιζητεί τα παραπάνω του δέοντος·
῞Οστις τοῦ πλέονος μέρους χρῄζει τοῦ μετρίου παρεὶς ζώειν, σκαιοσύναν φυλάσσων ἐν ἐμοὶ κατάδηλος ἔσται.᾿Επεὶ πολλὰ μὲν αἱ μακραὶ ἁμέραι κατέθεντο δὴ λύπας ἐγγυτέρω, τὰ τέρποντα δ' οὐκ ἂν ἴδοις ὅπου, ὅταν τις ἐς πλέον πέσῃ τοῦ δέοντος

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 937-942 (Θησέας)

Ποιο τέλος θα έχει η τόλμη και το θράσος; Γιατί αν μεγαλώνουν οι γενιές μ’ αυτά, ο τελευταίος ξεπερνώντας σε πανουργία τον προηγούμενο, τότε οι θεοί πρέπει σ’ αυτή τη γη να προσθέσουν μια νέα που να χωρέσει τους άδικους και από τη φύση τους κακούς
τί τέρμα τόλμης καὶ θράσους γενήσεται; εἰ γὰρ κατ' ἀνδρὸς βίοτον ἐξογκώσεται, ὁ δ' ὕστερος τοῦ πρόσθεν εἰς ὑπερβολὴν πανοῦργος ἔσται, θεοῖσι προσβαλεῖν χθονὶ ἄλλην δεήσει γαῖαν, ἣ χωρήσεται τοὺς μὴ δικαίους καὶ κακοὺς πεφυκότας

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 925-931 (Θησέας)

Αλίμονο, έπρεπε να υπάρχει στους ανθρώπους ξεκάθαρο σημάδι και ορθή κρίση, για να ξεχωρίζουν ποιος είναι αληθινός φίλος και ποιος όχι, να έχουν, επίσης, και δύο φωνές όλοι οι άνθρωποι, τη μια τίμια και την άλλη ό,τι να ‘ναι, ώστε να φανερώνει η τίμια τα άδικα της ψεύτικης, και να μην εξαπατόμαστε
φεῦ, χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν, ὅστις τ' ἀληθής ἐστιν ὅς τε μὴ φίλος, δισσάς τε φωνὰς πάντας ἀνθρώπους ἔχειν, τὴν μὲν δικαίαν, τὴν δ' ὅπως ἐτύγχανεν, ὡς ἡ φρονοῦσα τἄδικ' ἐξηλέγχετο πρὸς τῆς δικαίας, κοὐκ ἂν ἠπατώμεθα

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 616-633 και 638-644 (Ιππόλυτος)

Δία, γιατί έκανες ένα τέτοιο μεγάλο κακό στους ανθρώπους, να ζουν γυναίκες σ’ αυτόν τον γεμάτο φως κόσμο; Αν ήθελες να σπείρεις το γένος των ανθρώπων, δεν έπρεπε να το κάνεις να προέρχεται από γυναίκες, αλλά οι άνθρωποι να φέρνουν στους ναούς σου χρυσό, σίδερο ή χαλκό, ο καθένας ν’ αγοράζει το σπέρμα των παιδιών του ανάλογα με το τίμημα που πληρώνει, και στα σπίτια να ζουν χωρίς θηλυκή φροντίδα. [ τώρα στα σπίτια μας αφού βάζουμε το κακό, τον πλούτο ξοδεύουμε γι’ αυτόν] πράγμα που φανερώνει πως η γυναίκα είναι μεγάλο κακό· γι’ αυτό και ο γονιός που την έσπειρε και την ανάθρεψε δίνει προίκα, για ν’ απαλλαγεί απ’ αυτήν. Κι αυτός που μπάζει στο σπιτικό του την καταστροφική φύτρα και χαίρεται μάλιστα να στολίζει ένα ξόανο με λαμπρά πέπλα, ο δύστυχος έχει ξοδέψει μάταια το βιος του…
…Καλύτερα στο σπιτικό του να έχει κάποιος μια άχρηστη και ανόητη γυναίκα κι ας μην έχει τίποτα άλλο. Μισώ την έξυπνη γυναίκα· μακάρι στο σπίτι μου να μη βρεθεί καμιά πιο έξυπνη απ’ όσο πρέπει. Γιατί η Αφροδίτη στις έξυπνες φυτεύει την κακία· την άμυαλη γυναίκα δεν την αφήνει το λίγο της μυαλό αισχρές πράξεις να κάνει
ὦ Ζεῦ, τί δὴ κίβδηλον ἀνθρώποις κακὸν γυναῖκας ἐς φῶς ἡλίου κατῴκισας; εἰ γὰρ βρότειον ἤθελες σπεῖραι γένος, οὐκ ἐκ γυναικῶν χρῆν παρασχέσθαι τόδε, ἀλλ' ἀντιθέντας σοῖσιν ἐν ναοῖς βροτοὺς ἢ χρυσὸν ἢ σίδηρον ἢ χαλκοῦ βάρος παίδων πρίασθαι σπέρμα, τοῦ τιμήματος τῆς ἀξίας ἕκαστον, ἐν δὲ δώμασιν ναίειν ἐλευθέροισι θηλειῶν ἄτερ. [νῦν δ' ἐς δόμους μὲν πρῶτον ἄξεσθαι κακὸν μέλλοντες ὄλβον δωμάτων ἐκπίνομεν.] τούτῳ δὲ δῆλον ὡς γυνὴ κακὸν μέγα• προσθεὶς γὰρ ὁ σπείρας τε καὶ θρέψας πατὴρ φερνὰς ἀπῴκισ', ὡς ἀπαλλαχθῇ κακοῦ. ὁ δ' αὖ λαβὼν ἀτηρὸν ἐς δόμους φυτὸν γέγηθε κόσμον προστιθεὶς ἀγάλματι καλὸν κακίστῳ καὶ πέπλοισιν ἐκπονεῖ δύστηνος, ὄλβον δωμάτων ὑπεξελών…
…ῥᾷστον δ' ὅτῳ τὸ μηδέν, ἀλλ' ἀνωφελὴς εὐηθίᾳ κατ' οἶκον ἵδρυται γυνή. σοφὴν δὲ μισῶ• μὴ γὰρ ἔν γ' ἐμοῖς δόμοις εἴη φρονοῦσα πλείον' ἢ γυναῖκα χρή. τὸ γὰρ κακοῦργον μᾶλλον ἐντίκτει Κύπρις ἐν ταῖς σοφαῖσιν• ἡ δ' ἀμήχανος γυνὴ γνώμῃ βραχείᾳ μωρίαν ἀφῃρέθη

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 1104-1110 (χορός)

Ανακουφίζομαι από τις στενοχώριες, όταν σκέφτομαι τις φροντίδες των θεών· χάνω, όμως, την ελπίδα για την πρόνοιά τους, όταν βλέπω τις τύχες και τα έργα των ανθρώπων· κι αυτό γιατί η μία αλλαγή συναλλάσσεται με την άλλη και η ζωή των ανθρώπων είναι πάντοτε άστατη και πολυπλάνητη
ἦ μέγα μοι τὰ θεῶν μελεδήμαθ', ὅταν φρένας ἔλθῃ, λύπας παραιρεῖ• ξύνεσιν δέ τιν' ἐλπίδι κεύθων λείπομαι ἔν τε τύχαις θνατῶν καὶ ἐν ἔργμασι λεύσσων• ἄλλα γὰρ ἄλλοθεν ἀμείβεται, μετὰ δ' ἵσταται ἀνδράσιν αἰὼν πολυπλάνητος αἰεί

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 981-982 (χορός)

Δε γνωρίζω πώς ν’ αποκαλέσω κάποιον άνθρωπο καλότυχο· κι αυτό γιατί όλα μπορούν ν’ αναστραφούν
οὐκ οἶδ' ὅπως εἴποιμ' ἂν εὐτυχεῖν τινα θνητῶν• τὰ γὰρ δὴ πρῶτ' ἀνέστραπται πάλιν

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 1016-1020 (Ιππόλυτος)

Εγώ θέλω να επικρατώ σε αγώνες ανάμεσα στους Έλληνες, στην πόλη μου, όμως, θέλω να ‘μαι δεύτερος πάντα κι ευτυχισμένος ανάμεσα σε φίλους. Κι αυτό γιατί μπορώ να κάνω ό,τι θέλω χωρίς κίνδυνο, που είναι πολύ καλύτερο από τη βασιλεία-τυραννία
ἐγὼ δ' ἀγῶνας μὲν κρατεῖν ῾Ελληνικοὺς πρῶτος θέλοιμ' ἄν, ἐν πόλει δὲ δεύτερος σὺν τοῖς ἀρίστοις εὐτυχεῖν ἀεὶ φίλοις. πράσσειν τε γὰρ πάρεστι, κίνδυνός τ' ἀπὼν κρείσσω δίδωσι τῆς τυραννίδος χάριν

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 467-469 (τροφός)

Δεν πρέπει οι άνθρωποι τη ζωή πολύ να την μετρούνε· γιατί ούτε τη στέγη των σπιτιών τους μπορούν να τη φέρουν στα ίσα της
οὐδ' ἐκπονεῖν τοι χρὴ βίον λίαν βροτούς• †οὐδὲ στέγην γὰρ ἧς κατηρεφεῖς δόμοι καλῶς ἀκριβώσειαν

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 375-383 (Φαίδρα)

Πολλές φορές στις μεγάλες νύχτες σκέφτηκα πώς έχουν χαλάσει οι άνθρωποι τη ζωή τους. Και νομίζω πως δεν είναι στη φύση τους να δυστυχούν, αφού έχουν μυαλό οι περισσότεροι· αλλά έτσι πρέπει να σκεφτούμε γι’ αυτό· γνωρίζουμε όλοι πάρα πολύ καλά το σωστό, αλλά δεν το κάνουμε, άλλοι γιατί βαριούνται και άλλοι γιατί προτιμούν κάτι άλλο που τους αρέσει αντί για το καλό. Υπάρχουν πολλές ηδονές μες στη ζωή μας
ἤδη ποτ' ἄλλως νυκτὸς ἐν μακρῷ χρόνῳ θνητῶν ἐφρόντισ' ᾗ διέφθαρται βίος. καί μοι δοκοῦσιν οὐ κατὰ γνώμης φύσιν πράσσειν κάκιον• ἔστι γὰρ τό γ' εὖ φρονεῖν πολλοῖσιν• ἀλλὰ τῇδ' ἀθρητέον τόδε• τὰ χρήστ' ἐπιστάμεσθα καὶ γιγνώσκομεν, οὐκ ἐκπονοῦμεν δ', οἳ μὲν ἀργίας ὕπο, οἳ δ' ἡδονὴν προθέντες ἀντὶ τοῦ καλοῦ ἄλλην τιν'. εἰσὶ δ' ἡδοναὶ πολλαὶ βίου

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 189-190 και 194-197 (τροφός)

Όλη η ζωή του ανθρώπου είναι γεμάτη πίκρες και δε βρίσκει ανάπαυση στους πόνους…
Ό,τι γυαλίζει εδώ στη γη το λαχταρούμε, κι αυτό γιατί δεν γνωρίζουμε αν υπάρχει άλλη ζωή κάτω από το χώμα· έτσι, ζούμε μάταια με παραμύθια
πᾶς δ' ὀδυνηρὸς βίος ἀνθρώπων, κοὐκ ἔστι πόνων ἀνάπαυσις…
τοῦ δ' ὅ τι τοῦτο στίλβει κατὰ γῆν δυσέρωτες δὴ φαινόμεθ' ὄντες, δι' ἀπειροσύνην ἄλλου βιότου κοὐκ ἀπόδειξιν τῶν ὑπὸ γαίας• μύθοις δ' ἄλλως φερόμεσθα

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 621-632 (Ίων)

Η τυραννία που μάταια επαινούν μπορεί να έχει γλυκιά όψη, αλλά εσωτερικά είναι θλιβερή· ποιος άραγε λογαριάζεται καλότυχος και ποιος ευτυχισμένος, όταν διαβιεί μέσα στο φόβο και στη καχυποψία; Θα ήθελα να ζήσω ευτυχισμένα ως πολίτης παρά ως βασιλιάς, ο οποίος χαίρεται να έχει κακούς κι ανάξιους φίλους από φόβο μην τον σκοτώσουν ξαφνικά και να μη θέλει τους καλούς και άξιους. Θα μπορούσε, βέβαια, να πει κάποιος πως το χρήμα νικά τα πάντα κι είναι ευχάριστος ο πλούτος· εμένα, όμως, δε μ’ αρέσει να στήνω αυτί σε κάθε θόρυβο ούτε να έχω σκοτούρες, για να σώσω το βιος μου· μακάρι να ζήσω μετρημένα και χωρίς λύπες
τυραννίδος δὲ τῆς μάτην αἰνουμένης τὸ μὲν πρόσωπον ἡδύ, τἀν δόμοισι δὲ λυπηρά• τίς γὰρ μακάριος, τίς εὐτυχής, ὅστις δεδοικὼς καὶ παραβλέπων βίον αἰῶνα τείνει; δημότης ἂν εὐτυχὴς ζῆν ἂν θέλοιμι μᾶλλον ἢ τύραννος ὤν, ᾧ τοὺς πονηροὺς ἡδονὴ φίλους ἔχειν, ἐσθλοὺς δὲ μισεῖ κατθανεῖν φοβούμενος. εἴποις ἂν ὡς ὁ χρυσὸς ἐκνικᾷ τάδε, πλουτεῖν τε τερπνόν; οὐ φιλῶ ψόφους κλύειν ἐν χερσὶ σῴζων ὄλβον οὐδ' ἔχειν πόνους• εἴη γ' ἐμοὶ μέτρια μὴ λυπουμένῳ.

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 1512-1513 (Ίων)

Ω τύχη που μέχρι τώρα έχεις αλλάξει πάμπολλους ανθρώπους, άλλους ρίχνοντάς τους στη δυστυχία κι άλλους πάλι στην ευτυχία
ὦ μεταβαλοῦσα μυρίους ἤδη βροτῶν καὶ δυστυχῆσαι καὖθις αὖ πρᾶξαι καλῶς, Τύχη

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 1618-1622 (χορός)

Όταν το σπίτι σου το βρίσκουν συμφορές, μη φοβάσαι αν σέβεσαι τους θεούς· στο τέλος οι καλοί πάντα βρίσκουν το δίκιο τους, ενώ οι κακοί, όπως είναι φυσικό, ποτέ δεν ευτυχούν
ὅτῳ δ' ἐλαύνεται συμφοραῖς οἶκος, σέβοντα δαίμονας θαρσεῖν χρεών• ἐς τέλος γὰρ οἱ μὲν ἐσθλοὶ τυγχάνουσιν ἀξίων, οἱ κακοὶ δ', ὥσπερ πεφύκασ', οὔποτ' εὖ πράξειαν ἄν

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 1614-1615 (θεά Αθηνά)

Σε παινεύω, αφού άλλαξες γνώμη και τιμάς το θεό· μπορεί οι θεοί ν’ αργούνε πάντα, αλλά στο τέλος μόνο εκείνοι νικούν
ᾔνεσ' οὕνεκ' εὐλογεῖς θεὸν μεταβαλοῦσ'• ἀεὶ γὰρ οὖν χρόνια μὲν τὰ τῶν θεῶν πως, ἐς τέλος δ' οὐκ ἀσθενῆ

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 378-380 (Ίων)

Γιατί, γυναίκα, όσα αγαθά επιδιώκουμε με το ζόρι χωρίς τη θέληση των θεών, άχρηστα για μας είναι· όσα, όμως, μας δίνουν με τη θέλησή τους οι θεοί, μας ωφελούν
ἃν γὰρ βίᾳ σπεύδωμεν ἀκόντων θεῶν, ἄκοντα κεκτήμεσθα τἀγάθ', ὦ γύναι• ἃ δ' ἂν διδῶσ' ἑκόντες, ὠφελούμεθα

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 779-787 (χορός)

Καλύτερο είναι να μη νικά κανείς με άνομο τρόπο ή καταπατώντας το δίκαιο με το φθόνο. Ευχάριστο είναι αυτό πρόσκαιρα για τους ανθρώπους, στο πέρασμα των χρόνων, όμως, φέρνει ντροπή και πίκρα στα σπίτια. Τέτοια ζωή ποθώ και τέτοια επιθυμώ, να μην κυβερνά η βία το δίκαιο στο σπίτι μήτε και στην πόλη
κρεῖσσον δὲ νίκαν μὴ κακόδοξον ἔχειν ἢ ξὺν φθόνῳ σφάλλειν δυνάμει τε δίκαν. ἡδὺ μὲν γὰρ αὐτίκα τοῦτο βροτοῖσιν, ἐν δὲ χρόνῳ τελέθει ξηρὸν καὶ ὀνείδεσιν ἔγκειται δόμων. ταύταν ᾔνεσα ταύταν καὶ φέρομαι βιοτάν, μηδὲν δίκας ἔξω κράτος ἐν θαλάμοις καὶ πόλει δύνασθαι

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 943-950 (Ερμιόνη)

Αλλά ποτέ – και δε θα το πω μία φορά μόνο – δεν πρέπει αυτοί που έχουν μυαλό κι έχουν γυναίκα σπίτι τους ν’ αφήνουν να συχνάζουν σ’ αυτό άλλες γυναίκες· γιατί αυτές γίνονται δασκάλες του κακού· κι αυτό γιατί η μια χαλάει την κυρά για κάποιο κέρδος, η άλλη επειδή έχει διαλυθεί ο γάμος της θέλει να δυστυχήσουν μαζί της και άλλες, είναι γενικά πολλές οι ακόλαστες…Να λοιπόν οι λόγοι που δυστυχούν τα σπίτια των ανθρώπων
ἀλλ' οὔποτ' οὔποτ'—οὐ γὰρ εἰσάπαξ ἐρῶ— χρὴ τούς γε νοῦν ἔχοντας, οἷς ἔστιν γυνή, πρὸς τὴν ἐν οἴκοις ἄλοχον ἐσφοιτᾶν ἐᾶν γυναῖκας• αὗται γὰρ διδάσκαλοι κακῶν• ἣ μέν τι κερδαίνουσα συμφθείρει λέχος, ἣ δ' ἀμπλακοῦσα συννοσεῖν αὑτῇ θέλει, πολλαὶ δὲ μαργότητι . . . κἀντεῦθεν δόμοι νοσοῦσιν ἀνδρῶν

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 672-674 (Μενέλαος)

Αλλά όμως είναι σχεδόν ίδιο και μια γυναίκα να αδικιέται από τον άντρα της και ένας άντρας να έχει στο σπίτι του μια άπιστη γυναίκα
καὶ μὴν ἴσον γ' ἀνήρ τε καὶ γυνὴ στένει ἀδικουμένη πρὸς ἀνδρός• ὡς δ' αὔτως ἀνὴρ γυναῖκα μωραίνουσαν ἐν δόμοις ἔχων

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 100-102 (Ανδρομάχη)

Ποτέ δεν πρέπει ν’ αποκαλέσεις κάποιον από τους ανθρώπους ευτυχισμένο, πριν δεις το τέλος της ζωής του και το πως θα πάει πεθαίνοντας στον Κάτω κόσμο
χρὴ δ' οὔποτ' εἰπεῖν οὐδέν' ὄλβιον βροτῶν, πρὶν ἂν θανόντος τὴν τελευταίαν ἴδῃς ὅπως περάσας ἡμέραν ἥξει κάτω

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 1284-1287 (χορός)

Πολλές μορφές παίρνουν τα θεϊκά πράγματα και πολλά οι θεοί τα ολοκληρώνουν απροσδόκητα· κι όσα προσδοκούσαμε δεν έγιναν, ενώ βρήκε δρόμο για το απρόσμενο ο θεός
πολλαὶ μορφαὶ τῶν δαιμονίων, πολλὰ δ' ἀέλπτως κραίνουσι θεοί• καὶ τὰ δοκηθέντ' οὐκ ἐτελέσθη, τῶν δ' ἀδοκήτων πόρον ηὗρε θεός

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 1084-1085 (χορός)

Σου συγχωρείται, όταν παθαίνεις βαρύτερα κακά απ᾿ όσα μπορείς να υπομένεις, ν᾿ απαλλαγείς από τη δύστυχη ζωή σου
συγγνώσθ᾿, ὅταν τις κρείσσον᾿ ἤ φέρειν κακά πάθῃ, ταλαίνης ἐξαπαλλάξαι ζόης

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 280-281 (Εκάβη)

Δεν πρέπει να εξουσιάζουν οι δυνατοί πέρα από το δίκαιο, ούτε να θεωρούν, όταν είναι ευτυχισμένοι, πως αυτό θα κρατήσει για πάντα
οὐ τοὺς κρατοῦντας χρὴ κρατεῖν ἃ μὴ χρεών, οὐδ' εὐτυχοῦντας εὖ δοκεῖν πράξειν ἀεί

Ευριπίδης, Κύκλωψ, στιχ. 316-317 (Κύκλωψ Πολύφημος)

Ο πλούτος, ανθρωπάκο, είναι ο μοναδικός θεός για τους σοφούς κι όλα τ' άλλα είναι φληναφήματα και όμορφα λόγια
ὁ πλοῦτος, ἀνθρωπίσκε, τοῖς σοφοῖς θεός, τά δ᾿ ἄλλα κόμποι καί λόγων εὐμορφίαι

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 907-913 (αγγελιαφόρος)

Είναι μεγάλο κακό για την πόλη, όταν ένας κακόγνωμος αλλά ευχάριστος ρήτορας πείθει το λαό· Όσοι, όμως, πάντα σωστά συμβουλεύουν, κι αν αμέσως δε φαίνονται χρήσιμοι, αργότερα ωφελούν την πόλη. Έτσι πρέπει να κρίνεται ο ηγέτης· γιατί τότε μόνο έχουν την ίδια αξία ρήτορας και ηγέτης
[ὅταν γὰρ ἡδύς τις λόγοις φρονῶν κακῶς πείθῃ τὸ πλῆθος, τῇ πόλει κακὸν μέγα• ὅσοι δὲ σὺν νῷ χρηστὰ βουλεύουσ' ἀεί, κἂν μὴ παραυτίκ', αὖθίς εἰσι χρήσιμοι πόλει. θεᾶσθαι δ' ὧδε χρὴ τὸν προστάτην ἰδόνθ'• ὅμοιον γὰρ τὸ χρῆμα γίγνεται τῷ τοὺς λόγους λέγοντι καὶ τιμωμένῳ.]

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 772 (Ορέστης)

Κακός ο λαός, όταν έχει κακούς ηγέτες
δεινὸν οἱ πολλοί, κακούργους ὅταν ἔχωσι προστάτας

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 696-703 και 706-709 (Μενέλαος)

Όταν ξεσπά ο λαός οργισμένα είναι σα να θέλεις να σβήσεις πυρακτωμένη φωτιά· αν, όμως, ηρεμήσεις επιζητώντας την κατάλληλη ευκαιρία, μπορεί να μετριάσει την ορμή του· κι αν ξεθυμάνει, εύκολα τότε μπορείς να πετύχεις ό,τι θέλεις. Υπάρχει φιλευσπλαχνία και ταυτόχρονα μεγάλος θυμός στο λαό, κι αν ξέρεις να περιμένεις την κατάλληλη στιγμή, δεν υπάρχει καλύτερο χάρισμα απ’ αυτό…
Κι αν ζορίζεις του καραβιού το πανί, βουλιάζει, ενώ αν το χαλαρώσεις, πλέει και πάλι ορθό. Γιατί ούτε ο θεός, ούτε όμως, και οι πολίτες αγαπούν το μεγάλο πάθος
ὅταν γὰρ ἡβᾷ δῆμος εἰς ὀργὴν πεσών, ὅμοιον ὥστε πῦρ κατασβέσαι λάβρον• εἰ δ' ἡσύχως τις αὑτὸν ἐντείνοντι μὲν χαλῶν ὑπείκοι καιρὸν εὐλαβούμενος, ἴσως ἂν ἐκπνεύσειεν• ἢν δ' ἀνῇ πνοάς, τύχοις ἂν αὐτοῦ ῥᾳδίως ὅσον θέλεις.
ἔνεστι δ' οἶκτος, ἔνι δὲ καὶ θυμὸς μέγας, καραδοκοῦντι κτῆμα τιμιώτατον… καὶ ναῦς γὰρ ἐνταθεῖσα πρὸς βίαν ποδὶ ἔβαψεν, ἔστη δ' αὖθις, ἢν χαλᾷ πόδα.
μισεῖ γὰρ ὁ θεὸς τὰς ἄγαν προθυμίας, μισοῦσι δ' ἀστοί

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 1545-1546 (χορός)

το τέλος (της ζωής) στους ανθρώπους ο θεός το δίνει, και μάλιστα όποιο τέλος αυτός θέλει
τέλος ἔχει δαίμων βροτοῖς, τέλος ὅπᾳ θέλῃ

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 1523 (Φρύγας, δούλος της Ελένης)

Κάθε άνθρωπος, ακόμη κι αν είναι δούλος, χαίρεται να βλέπει το φως (να ζει)
πᾶς ἀνήρ, κἂν δοῦλος ᾖ τις, ἥδεται τὸ φῶς ὁρῶν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 340 (χορός)

Ο μεγάλος πλούτος και η ευτυχία δεν κρατούν για πάντα στους ανθρώπους
ὁ μέγας ὄλβος οὐ μόνιμος ἐν βροτοῖς

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 372-373 (Μενέλαος)

Ό,τι και να πάθει μια γυναίκα είναι δευτερεύον, αν, όμως, στερηθεί τον άντρα της, χάνει τότε τη ζωή της
τὰ μὲν γὰρ ἄλλα δεύτερ' ἂν πάσχοι γυνή, ἀνδρὸς δ' ἁμαρτάνουσ' ἁμαρτάνει βίου.

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 364-365 (χορός)

Είπες πολλά ως γυναίκα σ’ έναν άντρα, και ξέφυγε η σωφροσύνη σου από το μέτρο
ἄγαν ἔλεξας ὡς γυνὴ πρὸς ἄρσενας, καί σου τὸ σῶφρον ἐξετόξευσεν φρενός

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 353-354 (Ανδρομάχη)

Κι αν είμαστε οι γυναίκες κακό μεγάλο, δεν πρέπει οι άντρες να προσπαθούν να μας μοιάσουν
οὐδ', εἰ γυναῖκές ἐσμεν ἀτηρὸν κακόν, ἄνδρας γυναιξὶν ἐξομοιοῦσθαι φύσιν

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 269-273 (Ανδρομάχη)

Παράξενο στ’ αλήθεια, οι θεοί να έχουν χαρίσει στους ανθρώπους βότανα για τ’ άγρια τα φίδια, και για την κακιά γυναίκα, που ξεπερνάει ακόμη και την έχιδνα και τη φωτιά, να μην έχει βρει κανείς μέχρι τώρα κάποιο φάρμακο· τόσο μεγάλο κακό είμαστε για τους άντρες
δεινὸν δ' ἑρπετῶν μὲν ἀγρίων ἄκη βροτοῖσι θεῶν καταστῆσαί τινα• ὃ δ' ἔστ' ἐχίδνης καὶ πυρὸς περαιτέρω, οὐδεὶς γυναικὸς φάρμακ' ἐξηύρηκέ πω κακῆς• τοσοῦτόν ἐσμεν ἀνθρώποις κακόν

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 213-214 (Ανδρομάχη)

Η γυναίκα πρέπει, κι αν ακόμα της δώσουν κακό άντρα, να τον ανέχεται και να μην τον ανταγωνίζεται το φρόνημά του
χρὴ γὰρ γυναῖκα, κἂν κακῷ πόσει δοθῇ, στέργειν, ἅμιλλάν τ' οὐκ ἔχειν φρονήματος

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 207-208 (Ανδρομάχη)

Γυναίκα, οι αρετές και όχι η ομορφιά ευχαριστούν τους άντρες
οὐ τὸ κάλλος, ὦ γύναι, ἀλλ' ἁρεταὶ τέρπουσι τοὺς ξυνευνέτας

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 181-182 (χορός)

Γεμάτο ζήλια είναι το μυαλό των γυναικών και μισούν πολύ τις αντίζηλές τους
ἐπίφθονόν τοι χρῆμα θηλείας φρενὸς καὶ ξυγγάμοισι δυσμενὲς μάλιστ' ἀεί

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 93-95 (Ανδρομάχη)

Γιατί είναι στη φύση των γυναικών η ευχαρίστηση να μιλούν για τις συμφορές που τις βρίσκουν
ἐμπέφυκε γὰρ γυναιξὶ τέρψις τῶν παρεστώτων κακῶν ἀνὰ στόμ' ἀεὶ καὶ διὰ γλώσσης ἔχειν

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 85 (Ανδρομάχη)

Πολλά τεχνάσματα θα μπορούσες να βρεις· άλλωστε γυναίκα είσαι
πολλάς ἄν εὕροις μηχανάς· γυνή γάρ εἶ

Ευριπίδης, Κύκλωψ, στιχ. 186-187 (χορός)

Μακάρι ποτέ και πουθενά να μην υπήρχε το γένος των γυναικών, παρά μόνο για μένα
μηδαμοῦ γένος ποτέ φῦναι γυναικῶν ὤφελ᾿ -εἰ μή ᾿μοι μόνῳ

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 398-400 (ΚΡΕΟΥΣΑ)

Δύσκολο για τους άντρες να χειριστούν τις γυναίκες, κι αν μάλιστα οι καλές σμίξουν με τις κακές, τότε όλες μας μισούμαστε· έτσι δυστυχείς γεννηθήκαμε
τά γάρ γυναικῶν δυσχερῆ πρός ἄρσενας, κἀν ταῖς κακαῖσιν ἁγαθαί μεμειγμέναι μισούμεθ᾿· οὕτω δυστυχεῖς πεφύκαμεν

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 1162-1165 (χορός)

Μην παραφέρεσαι, μη, εξαιτίας των δικών σου παθημάτων, κατακρίνεις όλες τις γυναίκες. Γιατί πολλές από μας, άλλες είναι να τις ζηλεύεις και άλλες για κακές μας λογαριάζουν
μηδέν θρασύνου μηδέν τοῖς σαυτοῦ κακοῖς τό θήλυ συνθείς ὧδε πᾶν μέμψῃ γένος. πολλαί γάρ ἡμῶν, αἱ μέν εἰσ᾿ ἐπίφθονοι, αἵ δ᾿ εἰς ἀριθμόν τῶν κακῶν πεφύκαμεν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 737 (Πυλάδης)

εύλογα, ο κακής γυναίκας άντρας γίνεται κακός
εἰκότως, κακῆς γυναικός ἄνδρα γίγνεσθαι κακόν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 605-606 (χορός)

Πάντοτε οι γυναίκες στις συμφορές κάνουν τους άνδρες ευτυχέστερους
αἰεί γυναῖκες ἐμποδών ταῖς συμφοραῖς ἔφυσαν ἀνδρῶν πρός τό δυστυχέστερον

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 602-604 (Ορέστης)

Αν οι γάμοι είναι ευτυχισμένοι, είναι ευτυχισμένοι και οι άνθρωποι· σε όσους, όμως, δεν πάει καλά ο γάμος, τότε η δυστυχία τους μεταφέρεται και έξω από το σπίτι
γάμοι δ᾿ ὅσοις μέν εὖ καθεστᾶσιν βροτῶν, μακάριος αἰών· οἷς δέ μή πίπτουσιν εὖ, τά τ᾿ ἔνδον εἰσί τά τε θύραζε δυστυχεῖς

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1100-1101 (χορός)

Η τύχη καθορίζει στους γάμους το τι γυναίκα θα πάρεις· γιατί, όπως το βλέπω, άλλοι από το γάμο ζουν ευτυχισμένοι και άλλοι δυστυχισμένοι
τύχη γυναικῶν ἐς γάμους· τά μέν γάρ εὖ, τά δ᾿ οὐ καλῶς πίπτοντα δέρκομαι βροτῶν

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 387 (φύλακας)

Η δεύτερη σκέψη διαψεύδει την πρώτη [στερνή μου γνώση να σ᾿ είχα πρώτα]
ψεύδει γάρ ἡ ᾿πίνοια τήν γνώμην

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 471-476 (Κρέοντας)

Αλλλά μάθε και πως τα πιο σκληρά φρονήματα συντρίβονται, και πολλές φορές θα δεις και το πιο σκληρό σίδερο, όταν πυρακτωθεί στη φωτιά να σπάει και να ραγίζει. Γνωρίζω πως με μικρό χαλινάρι δαμάζονται τα ατίθασα άλογα
Ἀλλ᾿ ἴσθι τοι τά σκλήρ᾿ ἄγαν φρονήματα πίπτειν μάλιστα, καί τόν ἐγκρατέστατον σίδηρον ὀπτόν ἐκ πυρός περισκελῆ θραυσθέντα καί ῥαγέντα πλεῖστ᾿ ἄν εἰσίδοις. Σμικρῷ χαλινῷ δ᾿ οἶδα τούς θυμουμένους ἵππους καταρτυθέντας

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 67-68 (Ισμήνη)

Οι παράτολμες πράξεις δε δείχνουν σωφροσύνη
τό γάρ περισσά πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 426-432 (Φαίδρα-χορός)

ΦΑΙ. Μόνο αυτό κρατάει, όπως λένε, στη ζωή, να έχεις δηλαδή δίκαιη και αγαθή σκέψη. Όταν έρθει η ώρα, ο χρόνος δείχνει τους κακούς ανθρώπους βάζοντας μπροστά τους έναν καθρέφτη , όπως συνηθίζουν να κάνουν τα νέα κορίτσια
ΧΟ. Αλίμονο· η σωφροσύνη είναι καλή παντού και χαρίζει στους ανθρώπους καλή φήμη
ΦΑΙ. μόνον δέ τοῦτό φασ᾿ ἁμιλλᾶσθαι βίῳ, γνώμην δικαίαν κἀγαθήν, ὅτῳ παρῇ. κακούς δέ θνητῶν ἐξέφην᾿ ὅταν τύχῃ, προθείς κάτοπτρον ὥστε παρθένῳ νέᾳ χρόνος·
ΧΟ. φεῦ φεῦ· τό σῶφρον ὡς ἁπανταχοῦ καλόν καί δόξαν ἐσθλήν ἐν βροτοῖς καρπίζεται

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 479-485 (χορός)

Κι όταν τους ναύτες ριπές ανέμων μαστιγώνουν και δύο γνώμες τα πηδάλια κυβερνούν και πλήθος σοφών μαζεύονται τριγύρω, λιγότερο αξίζουν από τη γνώμη ενός κι ας έχει και λιγότερο μυαλό. Ο ένας είναι η δύναμη, όταν θέλουν να βρουν την ευκαιρία στα σπίτια και στις πόλεις να προκόψουν
πνοαί δ᾿ ὅταν φέρωσι ναυτίλους θοαί, κατά πηδαλίων δίδυμαι πραπίδων γνῶμαι, σοφῶν τε πλῆθος ἀθρόον ἀσθενέστερον φαυλοτέρας φρενός αὐτοκρατοῦς. ἑνός ἁ δύνασις ἀνά τε μέλαθρα κατά τε πόλιας, ὁπόταν εὑρεῖν θέλωσι καιρόν

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 226 (Οδυσσέας)

Σοφός είναι αλήθεια αυτός που ακόμη και μέσα στις συμφορές δείχνει σύνεση
σοφόν τοι κἀν κακοῖς ὅ δεῖ φρονεῖν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 1-3 (Ηλέκτρα)

Δεν υπάρχει κανένα κακό, όπως λέει ο λόγος, μήτε βάσανο μήτε συμφορά θεόσταλτη που να μη μπορεί ν᾿ αντέξει η ανθρώπινη φύση
οὐκ ἔστιν οὐδέν δεινόν ὧδ᾿ εἰπεῖν ἔπος οὐδέ πάθος οὐδέ ξυμφορά θεήλατος, ἧς οὐκ ἄν ἄραιτ᾿ ἄχθος ἀνθρώπου φύσις

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 367-368 (Ορέστης)

Αλίμονο· με τίποτα δε μπορείς να ξεχωρίσεις την αρετή στους ανθρώπους· κι αυτό γιατί υπάρχει μεγάλη σύγχυση στη φύση τους
φεῦ· οὐκ ἐστ᾿ ἀκριβές οὐδέν εἰς εὐανδρίαν· ἔχουσιν γάρ ταραγμόν αἱ φύσεις βροτῶν

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 383-388 (Ορέστης)

Αλλά εσείς που με τις άμυαλες γνώμες σας πέφτετε σε πλάνες, δε θα σκεφτείτε κάποτε γνωστικά και τους ανθρώπους να τους κρίνετε από τον τρόπο που φέρονται και τους καλούς από το ήθος τους; Γιατί αυτοί είναι που διοικούν σωστά τις πόλεις και τα σπίτια τους· τα όμορφα κορμιά που τους λείπει το μυαλό δεν είναι τίποτε άλλο παρά της αγοράς αγάλματα
οὐ μή φρονήσεθ᾿, οἵ κενῶν δοξασμάτων πλήρεις πλανᾶσθε, τῇ δ᾿ ὁμιλία βροτούς κρινεῖτε καί τοῖς ἤθεσιν τούς εὐγενεῖς; οἱ γάρ τοιοῦτοι καί πόλεις οἰκοῦσιν εὖ καί δώμαθ᾿· αἱ δέ σάρκες αἱ κεναί φρενῶν ἀγάλματ᾿ ἀγοράς εἰσίν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 1026 (Ορέστης)

Η νύχτα είναι για τους κλέφτες, ενώ η αλήθεια θέλει φως
κλεπτῶν γάρ ἡ νύξ, τῆς δ᾿ ἀλήθείας τό φῶς

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 907-908 (Πυλάδης)

Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των σοφών ανθρώπων, όταν βρουν την κατάλληλη ευκαιρία, να μην αποστρέφονται την τύχη τους, για να απολαύσουν άλλες ηδονές
σοφῶν γάρ ἀνδρῶν ταῦτα, μή ᾿κβάντας τύχης, καιρόν λαβόντας, ἡδονάς ἄλλας λαβεῖν

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 645 (Κρέοντας)

Γιατί ποια θα μπορούσε να ᾿ναι μεγαλύτερη πληγή από τον κακό φίλο;
τί γάρ γένοιτ᾿ ἄν ἕλκος μεῖζον ἤ φίλος κακός;

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 957-958 (Ορέστης)

Σοφός ο λόγος αυτού που είπε πως πρέπει να μαθαίνεις τι κάνουν οι εχθροί σου
σοφόν τι χρῆμα τοῦ διδάξαντος βροτούς λόγους ἀκούειν τῶν ἐναντίων πάρα

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 376-377 (Μενέλαος)

Οι αληθινοί φίλοι τίποτα δεν κρατούν ο καθένας για τον εαυτό του, αλλά όλα τα έχουν από κοινού
φίλων γάρ οὐδέν ἴδιον οἵτινες φίλοι ὀρθῶς πεφύκασ᾿, ἀλλά κοινά χρήματα

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 834-835 (χορός)

Καλύτερα να έχω για φίλο μου έναν αμόρφωτο αλλά έντιμο παρά έναν σοφότερο αλλά κακό
φαῦλον χρηστόν ἄν λαβεῖν φίλον θέλοιμι μᾶλλον ἤ κακόν σοφώτερον

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 1205-1206 (Εκάβη)

Οι πραγματικοί φίλοι φαίνονται στις δυστυχίες· στα καλά ο καθένας μπορεί να βρει φίλους
ἐν τοῖς κακοῖς γάρ ἀγαθοί σαφέστατοι φίλοι· τά χρηστά δ᾿ αὔθ᾿ ἕκαστ᾿ ἔχει φίλους

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 1155-1157 (Ορέστης)

Δεν υπάρχει τίποτα που να αξίζει περισσότερο από έναν πιστό φίλο, ούτε τα πλούτη, ούτε η βασιλεία· άμυαλος είναι όποιος προτιμά το πλήθος από ένα γενναίο φίλο
οὐκ ἔστιν οὐδέν κρεῖσσον ἤ φίλος σαφής, οὐ πλοῦτος, οὐ τυραννίς· ἀλόγιστον δέ τι τό πλῆθος ἀντάλλαγμα γενναίου φίλου

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 804-806 (Ορέστης)

Καλά το λένε, φρόντισε να έχεις φίλους και όχι μόνο συγγενείς· γιατί όποιος συμπάσχει μαζί σου στις συμφορές, αυτός ο φίλος αξίζει περισσότερο από μύριους συγγενείς
τοῦτ᾿ ἐκεῖνο, κτᾶσθ᾿ ἑταίρους, μή τό συγγενές μόνον· ὡς ἀνήρ ὅστις τρόποισι συντακῇ, θυραῖος ὤν μυρίων κρείσσων ὁμαίμων ἀνδρί κεκτῆσθαι φίλος

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 727-728 (Ορέστης)

Στις συμφορές ο πιστός φίλος αξίζει περισσότερο απ᾿ όσο η γαλήνη για τους ναύτες
πιστός ἐν κακοῖς ἀνήρ κρείσσων γαλήνης ναυτίλοισιν εἰσορᾶν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 665-667 (Ορέστης)

Τους φίλους στις συμφορές πρέπει να τους βοηθούν οι φίλοι· όταν πάνε καλά τα πράγματα, τι ανάγκη υπάρχει για φίλους;
τούς φίλους ἐν τοῖς κακοῖς χρή τοῖς φίλοισιν ὠφελεῖν· ὅταν δ᾿ ὁ δαίμων εὐ διδῷ, τί δεῖ φίλων;

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 454-455 (Ορέστης)

Όσοι με τα λόγια μόνο και όχι με πράξεις δε δείχνουν τη φιλία τους στους φίλους που τους χτυπούν οι συμφορές, δεν είναι πραγματικοί φίλοι
ὄνομα γάρ, ἔργον δ᾿ οὐκ ἔχουσιν οἱ φίλοι οἱ μή ᾿πι ταῖσι συμφοραῖς ὄντες φίλοι

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 606-607 (γέροντας)

Ανέλπιστο πράγμα να βρεις πιστό φίλο και στα καλά και στα κακά
εὕρημα γάρ τοι χρῆμα γίγνεται τόδε, κοινῆ μετασχεῖν τ᾿ ἀγαθοῦ καί τοῦ κακοῦ

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 605-607 (Ορέστης)

Είναι μεγάλη ντροπή να ρίχνει κάποιος τους φίλους του σε συμφορές, για να σωθεί ο ίδιος
τά τῶν φίλων αἴσχιστον ὅστις καταβαλών ἐς ξυμφοράς αὐτός σέσωσται

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 408 (Μενέλαος)

Οι φίλοι πρέπει να συμπάσχουν με τους φίλους στα δύσκολα
ἐς κοινόν ἀλγεῖν τοῖς φίλοισι χρή φίλους

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 345-348 (Μενέλαος)

ο καλός άνθρωπος δε γίνεται στα μεγαλεία του ν᾿ αλλάζει τρόπους, αλλά οφείλει να μένει σταθερός στις φιλίες του και να βοηθά με τα αγαθά του όσο μπορεί
ἄνδρα δ᾿ οὐ χρεών τόν ἀγαθόνπράσσοντα μεγάλα τούς τρόπους μεθιστάναι, ἀλλά καί βέβαιον εἶναι τότε μάλιστα τοῖς φίλοις, ἡνίκ᾿ ὠφελεῖν μάλιστα δυνατός ἐστιν εὐτυχῶν

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 1229-1238 (χορός)

Γιατί όταν υπάρχουν τα νιάτα που φέρνουν την κούφια ανοησία τι υπάρχει έξω από κόπους πολλούς; ποια κούραση λείπει; φόνοι, ταραχές, διχόνοιες, διαμάχες και φθόνοι. Και στο τέλος μας βρίσκουν τα κακά γηρατειά που στέκονται αδύναμα, χωρίς φίλους και συντροφιές, μαζί με τα χειρότερα απ' όλα τα κακά
῾Ως εὖτ' ἂν τὸ νέον παρῇ κούφας ἀφροσύνας φέρον, τίς πλάγχθη πολὺ μόχθος ἔξω; τίς οὐ καμάτων ἔνι; φόνοι, στάσεις, ἔρις, μάχαι καὶ φθόνος• τό τε κατάμεμπτον ἐπιλέλογχε πύματον ἀκρατὲς ἀπροσόμιλον γῆρας ἄφιλον, ἵνα πρόπαντα κακὰ κακῶν ξυνοικεῖ.

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 607-615 (Οιδίποδας)

Μόνο τους θεούς δεν τους βρίσκουν τα γηρατειά και ούτε πεθαίνουν, ενώ όλα τα άλλα τα συνταράσσει ο παντοκράτορας χρόνος. Η γονιμότητα της γης χάνεται, όπως και η δύναμη του σώματος. Πεθαίνει η πίστη, φυτρώνει η απιστία, και το ίδιο φρόνημα ποτέ δεν παραμένει ούτε στους φίλους ούτε ανάμεσα στις πόλεις. Γιατί σε άλλους τώρα, σε άλλους σε μεταγενέστερο χρόνο, τα ευχάριστα γίνονται πικρά και πάλι τα πικρά αγαπητά
μόνοις οὐ γίγνεται θεοῖσι γῆρας οὐδὲ κατθανεῖν ποτε, τὰ δ' ἄλλα συγχεῖ πάνθ' ὁ παγκρατὴς χρόνος• φθίνει μὲν ἰσχὺς γῆς, φθίνει δὲ σώματος. θνῄσκει δὲ πίστις, βλαστάνει δ' ἀπιστία, καὶ πνεῦμα ταὐτὸν οὔποτ' οὔτ' ἐν ἀνδράσιν Φίλοις βέβηκεν οὔτε πρὸς πόλιν πόλει• τοῖς μὲν γὰρ ἤδη, τοῖς δ' ἐν ὑστέρῳ χρόνῳ τὰ τερπνὰ πικρὰ γίγνεται καὖθις φίλα.

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 1192-1194 (Αντιγόνη)

Κι άλλα παιδιά κακά και σε άλλους γονείς υπάρχουν, όπως και μεγάλος θυμός, αλλά ημερεύει η ψυχή τους (των γονιών) όταν ακούν τις συμβουλές φίλων
῎Αλλαι γονεῦσι χἀτέροις γοναὶ κακαὶ καὶ θυμὸς ὀξύς, ἀλλὰ νουθετούμενοι φίλων ἐπῳδαῖς ἐξεπᾴδονται φύσιν

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολωνώ, στιχ. 508-509 (Ισμήνη)

Γιατί για τους γονείς, ακόμη κι αν κανείς κοπιάζει, ας μη θυμάται τους κόπους που έχει κάνει
τοῖς τεκοῦσι γὰρ οὐδ' εἰ πονεῖ τις, δεῖ πόνου μνήμην ἔχειν

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 638-640 (Κρέοντας)

Όποιος γεννά άχρηστα παιδιά τι άλλο θα μπορούσες να του πεις παρά πως έκανε βάσανα γι' αυτόν και γέλωτα για τους εχθρούς του;
Ὅστις δ᾿ ἀνωφέλητα φιτύει τέκνα, τί τόνδ᾿ ἄν εἴποις ἄλλο πλήν αὑτῷ πόνους φῦσαι, πολλοῖν δέ τοῖσιν ἐχθροῖσιν γέλων;

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 764-765 (Πηλέας)

Περισσότερο αξίζει ένας γενναιόψυχος γέρος από πολλούς νέους· γιατί τι να το κάνεις να είσαι δυνατός αλλά δειλός;
πολλῶν νέων γάρ κἄν γέρων εὔψυχος ᾖ κρείσσων· τι γάρ δεῖ δειλόν ὄντ᾿ εὐσωματεῖν;

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 727-728 (χορός)

Οι ηλικιωμένοι δεν έχουν μέτρο στο θυμό τους κι αν οργιστούν δύσκολα μπορείς να γλιτώσεις
ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος καί δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο

ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 418-420 (Ανδρομάχη)

Για όλους τους ανθρώπους τα παιδιά είναι ζωή· όποιος δεν έχει παιδιά με μέμφεται και ίσως να νιώθει λιγότερο πόνο, αλλά "ευτυχεί" όντας δυστυχισμένος
πᾶσι δ᾿ ἀνθρώποις ἄρ᾿ ἦν ψυχήν τέκν᾿· ὅστις δ᾿ αὔτ᾿ ἄπειρος ὤν ψέγει, ἧσσον μέν ἀλγεῖ, δυστυχῶν δ᾿ εὐδαιμονεῖ

Ευριπίδης, Ανδρομάχη, στιχ. 184-185 (Ανδρομάχη)

Κακό για τους ανθρώπους, αν κάποιος είναι νέος και άδικος ταυτόχρονα
κακόν γε θνητοῖς τό νέον ἐν τε τῷ νέῳ τό μή δίκαιον ὅστις ἀνθρώπων ἔχει

Ευριπίδης, Ίων, στιχ. 485-491 (χορός)

Για μένα από τα πλούτη και τα βασιλικά παλάτια θα ήταν προτιμότερο να ανατρέφω φρόνιμα παιδιά. Αποστρέφομαι τη ζωή χωρίς παιδιά, και μέμφομαι αυτόν που σκέφτεται το αντίθετο· μακάρι να μεγαλώνω καλά παιδιά κι ας είχα πενιχρό εισόδημα
ἐμοί μέν πλούτου τε πάρος βασιλικῶν τ᾿ εἶεν θαλάμων τροφαί κήδειοι κεδνῶν γε τέκνων. τόν ἄπαιδα δ᾿ ἀποστυγῶ βίον, ᾧ τε δοκεῖ ψέγω· μετά δέ κτεάνων μετρίων βιοτᾶς εὔπαιδος ἐχοίμαν

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 542-543 (χορός)

Αξιοζήλευτος όποιος ευτύχησε να έχει παιδιά και δεν του έδωσαν μεγάλες συμφορές
ζηλωτός ὅστις εὐτύχησεν ἐς τέκνα καί μή ᾿πισήμους συμφοράς ἐκτήσατο

Ευριπίδης, Ορέστης, στιχ. 490 (Μενέλαος)

Η οργή μαζί με τα γηρατειά δε δίνουν σοφία
ὀργή γάρ ἅμα σου καί το γῆρας οὐ σοφόν

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 633-636 (Ηρακλής)

Σ᾿ αυτά οι άνθρωποι είναι ίδιοι· και οι σπουδαίοι και οι τιποτένιοι αγαπούν τα παιδιά τους· στο χρήμα διαφέρουν· άλλοι έχουν και άλλοι δεν έχουν· όλοι, όμως, οι άνθρωποι αγαπούν τα παιδιά τους
πάντα τἀνθρώπων ἴσα· φιλοῦσι παῖδας οἵ τ᾿ ἀμείνονες βροτῶν οἵ τ᾿ οὐδέν ὄντες· χρήμασι δέ διάφοροι· ἔχουσιν, οἵ δ᾿ οὔ· πᾶν δέ φιλότεκνον γένος
Στροβιλιζόμαστε από εδώ και από κει στις δυστυχίες και στις χαρές και πάλι αλλάζει το φύσημα του ανέμου
ἑλισσόμεσθ' ἐκεῖθεν ἐνθάδε δυστυχίαισιν εὐτυχίαις τε πάλιν, μεθίσταται δέ πνεύματα

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 623-624 (Εκάβη)

Πολύ ευτυχισμένος είναι εκείνος που τυχαίνει να περνά την κάθε μέρα του δίχως βάσανα
κεῖνος ὀλβιώτατος, ὅτῳ κατ᾿ ἦμαρ τυγχάνει μηδέν κακόν

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1357-1359 (χορός)

Όποιος από τους ανθρώπους μπορεί να χαίρεται τη ζωή, χωρίς να τον βαραίνει κάποια ατυχία, είναι ευτυχισμένος
χαίρειν δ᾿ ὅστις δύναται καί ξυντυχίᾳ μή τινι κάμνει θνητῶν, εὐδαίμονα πράσσει

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 1117-1122 (χορός)

Μακάρι να ήμουν από πάντα δυστυχισμένη· γιατί δεν αντέχεις τις συμφορές, αν δεν είσαι σύντροφός τους από πριν· το να αλλάζει η τύχη σου είναι δυστυχία· οι άνθρωποι δεν αντέχουν να βουλιάζουν στη θλίψη μετά από μια ευτυχισμένη ζωή
ζηλοῦσ᾿ ἄταν διά παντός δυσδαῖμον· ἐν γάρ ἀνάγκαις οὐ κάμνεις σύντροφος ὤν. μεταβάλλει δυσδαιμονία· τό δέ μετ᾿ εὐτυχίας κακοῦσθαι θνατοῖς αἰών

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 721-722 (Πυλάδης)

Αλλά και η πιο μεγάλη δυστυχία μπορεί πολύ εύκολα ν᾿ αλλάξει, όταν το θελήσει η τύχη
ἀλλ᾿ ἔστιν ἔστιν, ἡ λίαν δυσπραξία λίαν διδοῦσα μεταβολάς ὅταν τύχῃ

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 161-163 (Αγαμέμνων)

Κανείς από τους ανθρώπους δεν είναι ως το τέλος καλότυχος κι ευτυχισμένος· κανείς μέχρι τώρα χωρίς λύπη στη ζωή του
θνητῶν δ᾿ ὄλβιος ἐς τέλος οὐδείς οὐδ᾿ ευδαίμων· οὔπω γάρ ἔφυ τις ἄλυπος

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 907-910 (χορός)

πολλοί είναι οι άνθρωποι, πολλές και οι ελπίδες τους· άλλες τους οδηγούν στην ευτυχία και άλλες σβήνουν· εγώ, όμως, μακαρίζω αυτόν που κάθε μέρα χαίρεται τη ζωή του
μυρίαι δ᾿ ἔτι μυρίοις εἰσίν ἐλπίδες· αἵ μέν τελευτῶσι, ἐν ὄλβῳ βροτοῖς, αἵ δέ ἀπέβησαν· τό δέ κατ᾿ ἦμαρ ὅτῳ βίοτος εὐδαίμων, μακαρίζω

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Τρωάδες, στιχ. 1211-1214 (Εκάβη)

Όποιος από τους ανθρώπους νομίζει πως η χαρά του θα κρατάει για πάντα είναι ανόητος· οι τύχες, όπως ο άνθρωπος, είναι ασταθείς, άλλοτε εδώ άλλοτε εκεί πηδώντας, και κανείς δεν ευτυχεί για πάντα
θνητῶν δέ μῶρος ὅστις εὖ πράσσειν δοκῶν βέβαια χαίρει· τοῖς τρόποις γάρ αἱ τύχαι, ἔμπληκτος ὡς ἄνθρωπος, ἄλλοτ᾿ ἄλλοσε πηδῶσι, κοὐδείς αὐτός εὐτυχεῖ ποτε

Ευριπίδης, Τρωάδες, στιχ. 520-521 (Εκάβη)

Απ᾿ τους ευτυχισμένους κανέναν να μη θεωρείτε ευτυχισμένο πριν πεθάνει
τῶν δ᾿ εὐδαιμόνων μηδένα νομίζετ᾿ εὐτυχεῖν, πρίν ἄν θάνῃ

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 1291-1293 (Ηρακλής)

Οι μεταβολές της τύχης φέρνουν θλίψη στον άνθρωπο που κάποτε τον αποκαλούσαν ευτυχισμένο· όποιος, όμως, πάντα έχει συνηθίσει στη δυστυχία, δεν πονάει
κεκλημένῳ δέ φωτί μακαρίῳ ποτέ αἱ μεταβολαί λυπηρόν· ᾧ δ᾿ ἀεί κακῶς ἔστ᾿, οὐδέν ἀλγεῖ συγγενῶς δύστηνος ὤν

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 774-777 (χορός)

Ο χρυσός και η ευτυχία παρασύρουν το μυαλό των ανθρώπων οδηγώντας τους στη βία της αδικίας. Κανείς δεν μπορεί να δει πως ο χρόνος κύκλους κάνει
ὁ χρυσός ἅ τ᾿ εὐτυχία φρενῶν βροτούς ἐξάγεται, δύνασιν ἄδικον ἐφέλκων. Χρόνου γάρ οὔτις τό πάλιν εἰσορᾶν ἔτλα

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 103-104 (Αμφιτρύωνας)

Οι ευτυχισμένοι δεν παραμένουν μέχρι το τέλος ευτυχείς. Όλα είναι ενάντια μεταξύ τους
οἵ τ᾿ εὐτυχοῦντες διά τέλους οὐκ ευτυχεῖς. ἐξίσταται γάρ ἀπ᾿ ἀλλήλων πάντα δίχα

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1097-1099 (Ηλέκτρα)

Είναι ανόητος όποιος παντρεύεται γυναίκα πλούσια ή από καλή γενιά, αλλά κακιά· στο σπίτι πιο πολύ αξίζει μια συνετή γυναίκα ταπεινής καταγωγής από μια αρχοντικής γενιάς
ὅστις δέ πλοῦτον ἤ εὐγένειαν εἰσιδών γαμεῖ πονηρᾶν, μῶρός ἐστι· μικρά γάρ μεγάλων ἀμείνω σώφρον᾿ ἐν δόμοις λέχη

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1072-1075 (Ηλέκτρα)

Η γυναίκα που, όταν λείπει ο άντρας από το σπίτι, κοιτάζει μόνο την ομορφιά της δεν είναι τίμια. Γιατί δεν της χρειάζεται έξω από το σπίτι της να φαίνεται ωραία, αν δεν επιζητεί να κάνει κάποια ατιμία
γυνή δ᾿, ἀπόντος ἀνδρός, ἥτις ἐκ δόμων ἐς κάλλος ἀσκεῖ, διάγραφ᾿ ὡς οὖσαν κακήν. οὐδέν γάρ αὐτήν δεῖ θύρασιν εὐπρεπές φαίνειν πρόσωπον, ἤν τι μή ζητῇ κακόν

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1035-1040 (Κλυταιμνήστρα)

Οι γυναίκες είναι ανόητες, δεν τ᾿ αρνιέμαι· όταν, όμως, ο άντρας απατά τη γυναίκα του παραμερίζοντάς τη, τότε κι αυτή θέλει να τον μιμηθεί και να βρει άλλον άντρα. Έπειτα βέβαια, η κατηγορία για μας μεγεθύνεται, ενώ για κείνους, που είναι και οι υπαίτιοι, δε λέει κανείς κακό
μῶρον μέν οὖν γυναῖκες, οὐκ ἄλλως λέγω· ὅταν δ᾿ ὑπόντος τοῦδ᾿, ἁμαρτάνῃ πόσις τἄνδον παρώσας λέκτρα, μιμεῖσθαι θέλει γυνή τόν ἄνδρα χἅτερον κτᾶσθαι φίλον. κἄπειτ᾿ ἐν ἡμῖν ὁ ψόγος λαμπρύνεται, οἱ δ᾿ αἴτιοι τῶνδ᾿ οὐ κλύουσ᾿ ἄνδρες κακῶς

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 930-933 (Ηλέκτρα)

Σε όλους τους Αργείους άκουγες να λένε "της γυναίκας ο άντρας και όχι ο αφέντης της γυναίκας ". Κι όμως, είναι ντροπή να κυβερνά στο σπίτι η γυναίκα και όχι ο άντρας
πᾶσιν δ᾿ ἐν Ἀργείοισιν ἤκουες τάδε· Ὁ τῆς γυναικός -οὐχί τἀνδρός ἡ γυνή. καίτοι τόδ᾿ αἰσχρόν, προστατεῖν γε δωμάτων γυναῖκα, μή τόν ἄνδρα

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 921-924 (Ηλέκτρα)

Να γνωρίζει ο καθένας, όμως, αυτό, άμα αποπλανήσει δηλαδή ξένη γυναίκα με κρυφές αγάπες και αναγκαστεί κατόπιν να την πάρει, είναι δυστυχισμένος, αν νομίζει πως θα είναι πιστή σ᾿ εκείνον, όταν δεν ήταν με τον πρώτο της άντρα
ἴστω δ᾿, ὅταν τις διολέσας δάμαρτά του κρυπταῖσιν εὐναῖς εἶτ᾿ ἀναγκασθῇ λαβεῖν, δύστηνός ἐστιν, εἰ δοκεῖ τό σωφρονεῖν ἐκεῖ μέν αὐτήν οὐκ ἔχειν, παρ᾿ οἷ δ᾿ ἔχειν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 1005-1006 (Ιφιγένεια)

Στα σπίτια τον άντρα που πέθανε τον αποζητούν πολύ, ενώ την γυναίκα λίγο
οὐ γάρ ἀλλ᾿ ἀνήρ μέν ἐκ δόμων θανών ποθεινός, τά δέ γυναικός ἀσθενῆ

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 917-918 (χορός)

Είναι φρικτό να γεννάς, αλλά το μεγάλο και έμφυτο μητρικό φίλτρο κάνει όλες τις γυναίκες να μάχονται για τα παιδιά τους
δεινόν τό τίκτειν καί φέρει φίλτρον μέγα πᾶσίν τε κοινόν ὥσθ᾿ ὑπερκάμνειν τέκνων

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 749-750 (Αγαμέμνων)

Ο συνετός άντρας πρέπει στο σπίτι του να έχει γυναίκα καλή και αγαθή, αλλιώς να μην έχει καθόλου
χρή δ᾿ ἐν δόμοισιν ἄνδρα τόν σοφόν τρέφειν γυναῖκα χρηστήν κἀγαθήν, ἤ μή τρέφειν

Ευριπίδης, Ηρακλειδαι, στιχ. 476-477 (ΜΑΚΑΡΙΑ)

Γιατί το μεγαλύτερο χάρισμα για μια γυναίκα είναι η σωφροσύνη και η σιωπή και πρέπει να κάθεται μέσα στο σπίτι ήσυχη
γυναικί γάρ σιγή τε καί τό σωφρονεῖν κάλλιστον, εἴσω δ᾿ ἥσυχον μένειν δόμων

Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Κύκλωψ, στιχ. 495-502 (χορός)

Ευτυχισμένος όποιος ποτισμένος με κρασί γλεντά και μ᾿ αγκαλιά το φίλο του τραγουδά το ευοί ευάν κι έχοντας αρωματίσει τις ξανθές του μπούκλες, γυαλισμένες από το λάδι, και θωπεύοντας στο στρώμα μια εταίρα καλοθρεμμένη λεει: " ποιος την πόρτα θα μου ανοίξει;"
μάκαρ ὅστις εὐιάζει βοτρύων φίλαισι πηγαῖς ἐπί κῶμον ἐκπετασθείς, φίλον ἄνδρ᾿ ὑπαγκαλίζων ἐπί δεμνίοις τε ξανθόν χλιδανῆς ἔχων ἑταίρας μυρόχριστος λιπαρόν βόστρυχον, αὐδᾷ δέ· θύραν τίς οἴξει μοι;

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 924-925 (Αχιλλέας)

Είναι κάποιες φορές γλυκό να μην πολυσκέφτεσαι και άλλες φορές που είναι χρήσιμο να δρας με γνώση
ἔστιν μέν οὖν ἵν᾿ ἡδύ μή λίαν φρονεῖν, ἔστιν δ᾿ χὥπου χρήσιμον γνώμην ἔχειν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 502-503 (Μενέλαος)

Δεν είναι κακό ν᾿ αλλάζεις, αρκεί να βρίσκεις πάντα το καλύτερο
ἀνδρός οὐ κακοῦ τροπαί τοιαίδε, χρῆσθαι τοῖσι βελτίστοις ἀεί

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 641 (Διόνυσος)

Γιατί η σωφροσύνη σε άνθρωπο σοφό ταιριάζει
πρός σοφοῦ γάρ ἀνδρός ἀσκεῖν σώφρον᾿ εὐοργησίαν

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 480 (Διόνυσος)

Φαίνεται να μη σκέφτεσαι σωστά, αν λές σοφά πράγματα σ᾿ έναν απαίδευτο
δόξει τις ἀμαθεῖ σοφά λέγων οὐκ εὖ φρονεῖν

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 395-396 (χορός)

το σοφό που ξεπερνά σε υπεροψία και των θνητών τα μέτρα δεν είναι σοφία
τό σοφόν δ᾿ οὐ σοφία τό τε μή θνητά φρονεῖν

Αισχύλος, Πέρσαι, στιχ. 814-816 (φάντασμα Δαρείου)

Δεν πρέπει ο άνθρωπος να περηφανεύεται πέρα από το μέτρο. Κι αυτό γιατί, όταν η αλαζονεία ωριμάσει, καρπίζει των συμφορών το στάχυ, απ᾿ όπου τρυγάει καρπούς γεμάτους δάκρυα
οὐχ ὑπέρφευ θνητόν ὄντα χρή φρονεῖν. ὕβρις γάρ ἐξανθοῦσ᾿ ἐκάρπωσεν στάχυν ἄτης, ὅθεν πάγκλαυτον ἐξαμᾷ θέρος

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Αισχύλος, Πέρσαι, στιχ. 287-288 (ΑΤΟΣΣΑ)

Όμως, είναι ανάγκη οι άνθρωποι να υπομένουν τις συμφορές, όταν είναι θεόσταλτες
ὅμως, δ᾿ ἀνάγκη πημονάς βροτοῖς φέρειν θεῶν διδόντων

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1169 (χορός)

Μοιράζει ο θεός το δίκιο, όταν έρθει η ώρα
νέμει τοι δίκαν θεός, ὅταν τύχῃ

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 584-585 (Ορέστης)

Δεν πρέπει άλλο να πιστεύεις στους θεούς, αν το άδικο νικήσει το δίκιο
χρή μηκέθ᾿ ἡγεῖσθαι θεούς, εἰ τἄδικ᾿ ἔσται τῆς δίκης ὑπέρτερα

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 391 (Ιφιγένεια)

Νομίζω πως κανείς από τους θεούς δεν είναι κακός
οὐδένα γάρ οἶμαι δαιμόνων εἶναι κακόν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. στιχ. 1250-1252 (Ιφιγένεια)

Η ζωή είναι γλυκιά στους ανθρώπους, ενώ ο θάνατος μαύρο σκοτάδι· είναι τρελός όποιος εύχεται να πεθάνει. Καλύτερα μια πικρή ζωή παρά ένας καλός θάνατος
τό φῶς τόδ᾿ ἀνθρώποισιν ἥδιστον βλέπειν, τά νέρθε δ᾿ οὐδέν· μαίνεται δ᾿ ὅς εὔχεται θανεῖν. κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἤ καλῶς θανεῖν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 1034-1035 (Κλυταιμνήστρα)

Αν υπάρχουν θεοί και είσαι δίκαιος άνθρωπος, θα σε τιμήσουν· αν, όμως, δεν υπάρχουν, γιατί να ζούμε; [ματαιοπονούμε]
εἰ δ᾿ εἰσί θεοί, δίκαιος ὤν ἀνήρ ἐσθλῶν κυρήσεις· εἰ δέ μή, τί δεῖ πονεῖν;

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 1150-1152 (Αγγελιαφόρος)

Η σωφροσύνη και ο σεβασμός προς τους θεούς είναι σπουδαίο αγαθό· πιστεύω πως αυτό είναι το πιο σοφό απόκτημα για να το έχουν οι άνθρωποι
τό σωφρονεῖν δέ καί σέβειν τά τῶν θεῶν κάλλιστον· οἶμαι δ᾿ αὐτό καί σοφώτατον θνητοῖσιν εἶναι κτῆμα τοῖσι χρωμένοις

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 892-896 (χορός)

Μάταιος κόπος ν᾿ ανακαλύψεις την ουσία των θεών και να νομίζεις μάλιστα πως αυτό κάτι αξίζει, αφού η ιδέα για τους θεούς έχει καθιερωθεί μέσα στο χρόνο και προέρχεται από τη φύση
κούφα γάρ δαπάνα νομίζειν ἰσχύν τόδ᾿ ἔχειν, ὅ τι ποτ᾿ ἄρα τό δαιμόνιον, τό τ᾿ ἐν χρόνῳ μακρῷ νόμιμον ἀεί φύσει τε πεφυκός

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Βάκχαι, στιχ. 888-890 (χορός)

παραμονεύουν οι θεοί τον ασεβή και καιροφυλακτούν· αργούν ποικιλοτρόπως αλλά τον πιάνουν τον ασεβή
κρυπτεύουσι [οἱ θεοί] δέ ποικίλως δορόν χρόνου καί θηρῶσιν τόν ἄσεπτον

Ευριπίδης, Τρωάδες, στιχ. 1258-1260 (Εκάβη)

νομίζω πως λίγο ενδιαφέρει τους νεκρούς, αν θα τύχουν πλούσιων προσφορών· αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια κούφια ψωροπερηφάνια των ζωντανών
δοκῶ δέ τοῖς θανοῦσι διαφέρειν βραχύ, εἰ πλουσίων τις τεύξεται κτερισμάτων· κενόν δέ γαύρωμ᾿ ἐστί τῶν ζώντων τόδε

Ευριπίδης, Τρωάδες, στιχ. 659-660 (Ανδρομάχη)

Από το να ζεις μια δυστυχισμένη ζωή καλύτερος ο θάνατος. Με το θάναο κανείς δε νιώθει τις συμφορές
τοῦ ζῆν δέ λυπρῶς κρεῖσσόν ἐστι κατθανεῖν. ἀλγεῖ γάρ οὐδέν τῶν κακῶν ᾔσθημένος

Ευριπίδης, Τρωάδες, στιχ. 654-655 (Εκάβη)

Δεν είναι το ίδιο, παιδί μου, η ζωή και ο θάνατος· στο θάνατο υπάρχει το τίποτα, ενώ στη ζωή οι ελπίδες
οὐ ταὐτόν, ὦ παῖ, τῷ βλέπειν τό κατθανεῖν· τό μέν γάρ οὐδέν, τῷ δ᾿ ἔνεισιν ἐλπίδες

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 309-311 (ΜΕΓΑΡΑ)

Όποιος προσπαθεί με τη βία να κερδίσει την ευτυχία από τους θεούς, ναι μεν έχει θάρρος, αλλά θάρρος ανέμυαλο· το πεπρωμένο του κανείς δε μπορεί να το αποφύγει
τάς τῶν θεῶν γάρ ὅστις ἐκμοχθεῖ τύχας, πρόθυμός ἐστιν, ἡ προθυμία δ᾿ ἄφρων· ὅ χρή γάρ οὐδείς μή χρεών θήσει ποτέ

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Σοφοκλής, Αντιγόνη, στιχ. 185-191 (Κρέων)

Γιατί εγώ, και μάρτυράς μου ο Δίας ο παντεπόπτης, ούτε θα σιωπούσα βλέποντας τη συμφορά να πλησιάζει την πόλη αντί τη σωτηρία, ούτε ποτέ θα έκανα φίλο τον εχθρό της πατρίδας μου, γνωρίζοντας πως αυτή είναι η μόνη που μας σώζει και μόνο πάνω στης πόλης το καράβι, ορθό σαν πλέει, κάνουμε τις φιλίες μας
Έγώ γάρ, ἴστω Ζεύς ὁ πάνθ᾿ ὁρῶν ἀεί, οὔτ᾿ ἄν σιωπήσαιμι τήν ἄτην ὁρῶν στείχουσαν ἀστοῖς ἀντί τῆς σωτηρίας, οὔτ᾿ ἄν φίλον ποτ᾿ ἄνδρα δυσμενῆ χθονός θείμην ἐμαυτῷ, τοῦτο γιγνώσκων ὅτι ἥδ᾿ ἔστίν ἡ σώζουσα καί ταύτης ἔπι πλέοντες ὀρθῆς τούς φίλους ποιούμεθα

Ετριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 1314-1315 (Ηλέκτρα)

Και ποιοι άλλοι θρήνοι και οδυρμοί μεγαλύτεροι υπάρχουν από το να εγκαταλείπει κάποιος την πατρίδα του;
καί τίνες ἄλλαι στοναχαί μείζους ἤ γῆς πατρίας ὅρου ἐκλείπειν;

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 272-273 (χορός)

Δε σκέφτεται σωστά μια πολιτεία που τη μαστίζουν διχόνοια και κακές συμβουλές
οὐ γάρ εὖ φρονεῖ πόλις στάσει νοσοῦσα καί κακοῖς βουλεύμασιν

Αριστοφάνης, Βάτραχοι, στιχ. 703-705 (χορός)

Αν από αλαζονεία κορδωνόμαστε και κάνουμε το σπουδαίο την ώρα που η πόλη μας βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, αργότερα θα φανεί πως δε δείξαμε καθόλου σύνεση
εἰ δέ ταῦτ᾿ ὀγκωσόμεσθα κἀποσεμνυνούμεθα, τήν πόλιν καί ταῦτ᾿ ἔχοντες κυμάτων ἐν ἀγκάλαις, ὑστέρῳ χρόνῳ ποτ᾿ αὖθις εὐ φρονεῖν οὐ δόξομεν

Ευριπίδης, Ηλέκτρα, στιχ. 940-944 (Ηλέκτρα)

Τα χρήματα δεν μπορείς να τα έχεις για πολύ καιρό. Η φύση του ανθρώπου είναι μόνο σταθερή και όχι τα χρήματα. Γιατί αυτή παραμένοντας μαζί μας για πάντα διώχνει τις συμφορές· ενώ ο πλούτος φεύγει μακριά από το σπιτικό μας, αφού μόνο για λίγο καιρό ανθίσει
[χρήματα] τά δ᾿ οὐδέν εἰ μή βραχύν ὁμιλῆσαι χρόνον. ἡ γάρ φύσις βέβαιος, οὐ τά χρήματα. ἥ μέν γάρ αἰεί παραμένουσ᾿ αἴρει κακά· ὁ δ᾿ὄλβος ἀδίκως καί μετά σκαιῶν ξυνών ἐξέπτατ᾿ οἴκων, σμικρόν ἀνθήσας χρόνον

Ευριπίδης, Ηλεκτρα, στιχ. 427-429 (γεωργός)

Παρατηρώ πόσο μεγάλη δύναμη έχουν τα χρήματα· και βοηθάς τους φίλους σου μ᾿αυτά και από την αρρώστια που θα σ᾿ έβρει γιατρεύεσαι όταν έχεις να πληρώνεις
σκοπῶ τά χρήμαθ᾿ ὡς ἔχει μέγα σθένος, ξένοις τε δοῦναι σῶμα τ᾿ ἐς νόσον πεσόν δαπάναισι σῶσαι

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Ταύροις, στιχ. 413-420 (χορός)

Γλυκιά η ελπίδα στους ανθρώπους, είναι, όμως, άπληστη και φέρνει συμφορές· αναζητώντας μεγάλα πλούτη οι άνθρωποι περιφέρονται σε φουσκωμένα πέλαγα, διαβαίνουν χώρες βαρβάρων, όλοι κυνηγώντας την ίδια ιδέα· σε κάποιους ο πόθος για τον πλούτο είναι φορτικός και σε άλλους με μέτρο
φίλα γάρ ἐλπίς γ᾿, ἐπί τε πήμασιν βροτῶν ἄπληστος ἀνθρώποις, ὄλβου βάρος οἵ φέρονται πλάνητες ἐπ᾿ οἶδμα πόλεις τε βαρβάρους περῶντες, κοινᾷ δόξα· γνῶμα δ᾿ οἷς μέν ἄκαιρος ὄλβον, τοῖς δ᾿ ἐς μέσον ἥκει

Ευριπίδης, Ηρακλής Μαινόμενος, στιχ. 511-512 (Αμφιτρύωνας)

Ο μεγάλος πλούτος και η ευτυχία δε γνωρίζω να μένουν σταθεροί για πάντα σε κάποιον
ὁ δ᾿ ὄλβος ὁ μέγας ἥ τε δόξ᾿ οὐκ οἶδ᾿ ὅτῳ βέβαιος ἐστί

Ευριπίδης, Ηρακλείδαι, στιχ. 2-5 (Ιόλαος)

Άλλος είναι γεννημένος να κάνει το καλό στους συνανθρώπους του και άλλος να έχει το μυαλό του μόνο στο κέρδος, άχρηστος για την πόλη του, επαχθής σε κάθε του συναλλαγή και συμφεροντολόγος
ὁ μέν δίκαιος τοῖς πέλας πέφυκ᾿ ἀνήρ, ὅ δ᾿ ἐς τό κέρδος λῆμ᾿ ἔχων ἀνειμένον πόλει τ᾿ ἄχρηστος καί συναλλάσσειν βαρύς, αὑτῷ δ᾿ ἄριστος

Αισχύλος, Πέρσες, στιχ. 834-836 (φάντασμα Δαρείου)

Κι εσείς, να χαίρεστε με τη χαρά που κάθε μέρα χαρίζει, όσο δυστυχισμένοι κι αν είστε , αφού στους νεκρούς τα πλούτη δεν ωφελούν
ὑμεῖς δέ, χαίρετ᾿, ἐν κακοῖς ὅμως ψυχῇ διδόντες ἡδονήν καθ᾿ ἡμέραν, ὡς τοῖς θανοῦσι πλοῦτος οὐδέν ὠφελεῖ

Αριστοφάνης, Νεφέλες, στιχ. 443-451 (Στρεψιάδης)

Απ᾿ τα χρέη μόνο να γλιτώσω, κι ας φαίνομαι στους ανθρώπους θρασύς, γλυκόφωνος, τολμηρός, αυθάδης, σιχαμένος, ψευταράς, δεξιοτέχνης στα λόγια, κινητό βιβλίο των νόμων, αερολόγος, πονηρή αλεπού, ξιπασμένος, χέλι που γλιστράει, θεομπαίχτης, απατεώνας, κάθαρμα, διεστραμμένος, που μπαίνει στο ρουθούνι των άλλων και μίζερος
εἴπερ τά χρέα διαφευξοῦμαι τοῖς τ᾿ ἀνθρώποις εἶναι δόξω θρασύς, εὔγλωττος, τολμηρός, ἴτης, βδελυρός, ψευδῶν συγκολλητής, εὑρησιεπής, περίτριμμα δικῶν, κύρβις, κρόταλον, κίναδος, τρύμη, μάσθλης, εἴρων, γλοιός, ἀλαζών, κέντρων, μιαρός, στρόφις, ἀργαλέος, ματιολοιχός

Αριστοφάνης, Βάτραχοι, στιχ. 727-733 (χορός)

Έτσι και με τους πολίτες, αυτούς που γνωρίζουμε πως είναι ευγενούς καταγωγής, συνετοί και δίκαιοι, καλοί και ηθικοί, που έχουν ανατραφεί με γυμναστική, χορό και μουσική, τους ταπεινώνουμε, ενώ τους χαλκωματένιους, τους ξένους και τους βαρβάρους, τους πονηρούς των πονηρών, που μόλις έχουν έρθει, τους προσφέρουμε τα πάντα, αυτούς που πριν η πόλη δε θα τους δεχόταν εύκολα ούτε για σκουπίδια
Τῶν πολιτῶν θ᾿ οὕς μέν ἴσμεν εὐγενεῖς καί σώφρονας ἄνδρας ὄντας καί δικαίους καί καλούς τε κἀγαθούς καί τραφέντας ἐν παλαίστραις και χοροῖς καί μουσικῇ, προσελοῦμεν, τοῖς δέ χαλκοῖς καί ξένοις καί πυρρίαις καί πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς ἅπαντα χρώμεθα ὑστάτοις ἀφιγμένοισιν, οἷσιν ἡ πόλις πρότοῦ οὐδέ φαρμακοῖσιν, εἰκῇ ῥᾳδίως ἐχρήσατ᾿ ἄν

Αριστοφάνης, Ιππείς, στιχ. 1111-1130 (χορός)

Λαέ, πόσο ωραία είναι η εξουσία σου, αφού όλοι οι άνθρωποι σε φοβούνται όπως ακριβώς έναν τύραννο. Όμως, παρασύρεσαι εύκολα, χαίρεσαι να σε χαϊδεύουν και να σε εξαπατούν και μένεις με το στόμα ανοιχτό μπροστά σ᾿ αυτόν που κάθε φορά μιλά· κι ο νους σου, αν και είναι εδώ, είναι αλλού
Ὦ Δῆμε καλήν γ᾿ ἔχεις ἀρχήν, ὅτε πάντες ἄνθρωποι δεδίασί σ᾿ ὥσπερ ἄνδρα τύραννον. Ἀλλ᾿ εὐπαράγωγος εἶ, θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος, πρός τόν τε λέγοντ᾿ ἀεί κέχηνας· ὁ νοῦς δέ σου παρών ἀποδημεῖ

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 1268-1281 (χορός)

Εσύ Αφροδίτη που εξουσιάζεις το αλύγιστο πνεύμα θεών και ανθρώπων, μαζί σου και ο Έρωτας με τα ποικιλόχρωμα φτερά του που με τις γρήγορες σαΐτες του τους κυκλώνει. Πετάει πάνω από τη στεριά αλλά και από τη θάλασσα την πολύβουη. Όπου χιμήξει με το χρυσό του φως καίει και τρελαίνει τις καρδιές, σ᾿ ανθρώπους και σε ζωντανά των βουνών, των θαλασσών και όλων όσων τρέφονται από τη γη και τα βλέπει ο φλογερός ήλιος· εσύ μόνο Αφροδίτη είσαι η βασίλισσα όλων αυτών
σύ τόν θεῶν ἄκαμπτον φρένα καί βροτῶν ἄγεις, Κύπρι, σύν δ᾿ ὁ ποικιλόπτερος την ἀμφιβαλών ὠκυτάτῳ πτερῷ. ποτᾶται δέ γαῖαν εὐάχητόν θ᾿ ἁλμυρόν ἐπί πόντον. θέλγει δ᾿ ᾿Έρως, ᾧ μαινομένᾳ κραδίᾳ τη πτανός ἐφορμάσῃ χρυσοφαής, φύσιν ὀρεσκόων σκυλάκων πελαγίων θ᾿ ὅσα τε γᾶ τρέφει τά τ᾿ ἀέλιος αἰθόμενα δέρκεται ἄνδρας τε· συμπάντων βασιληίδα τιμάν, Κύπρι, τῶνδε μόνα κρατύνεις

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 525-533 και 538-544 (χορός)

Έρωτα, Έρωτα που στάζεις πόθο στα μάτια εκείνων που τις ψυχές τους κυριεύεις γεμίζοντας τις με γλυκιά ταραχή, μη φανείς ποτέ σε μένα για κακό μου μήτε φανείς άτακτος κι αταίριαστος. Γιατί ούτε φωτιά ούτε αστροπελέκι υπάρχει σαν το βέλος της Αφροδίτης που με τα χέρια του ρίχνει ο Έρωτας, ο γιος του Δία...
Τον έρωτα, όμως, τον αφέντη των ανθρώπων, τον κλειδοκράτορα των καμαρών του πόθου της Αφροδίτης, δεν τον σεβόμαστε, που ξεκληρίζει τους ανθρώπους και τους γεμίζει με δυστυχίες σ᾿ αυτούς σαν έρθει
Ἔρως Ἔρως, ὅ κατ᾿ ὀμμάτων στάζεις πόθον, εἰσάγων γλυκεῖαν ψυχᾶ χάριν οὕς ἐπιστρατεύσῃ, μή μοι ποτε σύν κακῷ φανείης μηδ᾿ ἄρρυθμος ἔλθοις. οὔτε γάρ πυρός οὔτ᾿ ἄστρων ὑπέρτερον βέλος, οἷον τό τᾶς Ἀφροδίτας ἵησιν ἐκ χερῶν Ἔρως, ὁ Διός παῖς...
Ἔρωτα δέ, τόν τύραννων ἀνδρῶν, τόν τάς Ἀφροδίτας φιλτάτων θαλάμων τόν κληδοῦχον, οὐ σεβίζομεν, πέρθοντα καί διά πάσας ἰόντα συμφορᾶς θνατοῖς, ὅταν ἔλθῃ

Ευριπίδης, Ιππόλυτος, στιχ. 253-257 και 261-265 (τροφός)

Οι άνθρωποι δεν πρέπει να έχουνε πολύ βαθιές φιλίες που να πηγαίνουν μέχρι τα βάθη της ψυχής, ενώ και οι αγάπες τους να είναι χαλαρές που εύκολα να μπορείς άλλοτε να τις διώχνεις και άλλοτε να τις κάνεις ακόμη πιο σφιχτές...
Λένε πως οι υπερβολικές αγάπες κάνουν περισσότερο κακό παρά ευχαριστούν τους ανθρώπους, ενώ κάνουν κακό και στην υγεία. Γι' αυτό και προτιμώ το μέτρο από την υπερβολή
χρῆν γάρ μετρίας εἰς ἀλλήλους φιλίας θνητούς ἀνακίρνασθαι καί μή πρός ἄκρον μυελόν ψυχῆς, εὔλυτα δ᾿ εἶναι στέργηθρα φρενῶν από τ᾿ ὤσασθαι καί ξυντεῖναι...
...βιότου δ᾿ ἀτρεκεῖς ἐπιτηδεύσεις φασί σφάλλειν πλέον ἤ τέρπειν τῇ θ᾿ ὑγιεία μᾶλλον πολεμεῖν. οὕτω τό λίαν ἧσσον ἐπαινῶ τοῦ μηδέν ἄγαν

Ευριπίδης, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, στιχ. 548-557 (χορός)

Όταν ο χρυσομάλλης Έρωτας τεντώνει τα δίδυμα του πόθου τόξα, το ένα δίνει ευοίωνη και χαρούμενη ζωή, ενώ το άλλο σύγχυση και ανακατωσούρα. Όμορφή μου Αφροδίτη, μη φέρεις την παραζάλη στην κάμαρά μου. Μακάρι το πάθος μου να είναι με μέτρο, οι πόθοι μου αγνοί, και απλά να χαίρομαι τον έρωτα· τις περίσσιες ηδονές δεν τις θέλω
ὅθι δή δίδυμ᾿ Ἔρως ὁ χρυσοκόμος τόξ᾿ ἐντείνεται χαρίτων, τό μέν ἐπ᾿ εὐαίωνι πότμῳ, τό δ᾿ ἐπί συγχύσει βιοτᾶς. ἀπενέπω νιν ἁμετέρων, Κύπρι καλλίστα, θαλάμων. εἴη δέ μοι μετρία μέν χάρις, πόθοι δ᾿ ὅσιοι, καί μετέχοιμι τάς Ἀφροδίτας, πολλάν δ᾿ ἀποθείμαν

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

Ευριπίδης, Ηρακλείδαι, στιχ. 610-614 (χορός)

Ποτέ η ευτυχία δεν πηγαίνει στο ίδιο σπίτι πάντα· η μία μοίρα κυνηγάει την άλλη από πίσω· εκείνον που βρίσκεται ψηλά τον ρίχνει στην καταφρόνια, ενώ στο φτωχό θεμελιώνει την ευτυχία
οὐδέ τόν αὐτόν ἀεί βεβάναι δόμον εὐτυχία· παρά δ᾿ ἄλλαν ἄλλα μοῖρα διώκει. τόν μέν ἀφ᾿ ὑψηλῶν βραχύν ᾤκισε, τόν δ᾿ ἀλέταν εὐδαίμονα τεύχει

Αισχύλος, Πέρσες, στιχ. 595-599 (ΑΤΟΣΣΑ)

φίλοι, όποιος έχει γευτεί τις συμφορές, γνωρίζει καλά πως, όταν πέσει το κακό, οι θνητοί συνηθίζουν τότε όλα να τα φοβούνται· όταν, όμως, τα φέρνει ο θεός καλά, πιστεύουν τότε πως για πάντα θα φυσάει ούριος άνεμος
φίλοι, κακῶν μέν ὅστις ἔμπειρος κυρεῖ, ἐπίσταται βροτοῖσιν ὡς ὅταν κλύδων κακῶν ἐπέλθῃ, πάντα δειμαίνειν φίλον, ὅταν δ᾿ ὁ δαίμων εὐροῇ, πεποιθέναι τόν αὐτόν αἰέν ἄνεμον οὐριεῖν τύχας

Ευριπίδης, Ελένη, στιχ. 711-715 (άγγελος προς Ελένη)

Δυσκολονόητος ο θεός κόρη μου· ολοένα αλλάζει. Εδώ κι εκεί, πότε ψηλά πότε βαθιά, οδηγεί τα πάντα· ο ένας δυστυχεί, ο άλλος όχι, αλλά και πάλι χάνεται, δεν έχει πάντα η τύχη σιγουριά
ὦ θυγάτερ, ὁ θεός ὡς ἔφυ τι ποικίλον καί δυστέκμαρτον. εὖ δέ πως πάντα στρέφει ἐκεῖσε κἀκεῖσ᾿ ἀναφέρων· ὅ μέν πονεῖ, ὅ δ᾿ οὐ ποιήσας αὖθις ὄλλυται κακῶς, βέβαιον οὐδέν τῆς ἀεί τύχης ἔχων

Ευριπίδης, Ελένη, στιχ. 1151-1157 (χορός)

Άμυαλοι είναι όσοι επιζητούν τη δόξα με τις λόγχες και με τα δυνατά πολεμικά δόρατα, λογαριάζοντας αστόχαστα πως μ᾿ αυτό τον τρόπο θα πάψουν οι συμφορές των ανθρώπων· γιατί αν προσπαθήσεις να διεκδικήσεις το δίκιο σου με το αίμα, η διαμάχες δε θα λείψουν από τους ανθρώπους
ἄφρονες ὅσοι τάς ἀρετάς πολέμῳ λόγχαισί τ᾿ ἀλκαίου δορός κτᾶσθε, πόνους ἀμαθῶν θνατῶν καταπαυόμενοι· εἰ γάρ ἄμιλλα κρίνει νιν αἵματος, οὔποτ᾿ ἔρις λείψει κατ᾿ ἀνθρώπων πόλεις

Αριστοφάνης, Ειρήνη, στιχ. 338-344 (Τρυγαίος)

Αλλά όταν πάρουμε την ειρήνη στα χέρια μας, τότε να χαίρεστε, να φωνάζετε και να γελάτε· γιατί τότε θα μπορείτε να ταξιδεύετε, να μένετε, να κάνετε έρωτα, να κοιμάστε, να παρακολουθείτε πανηγύρια, να συμμετέχετε σε γλέντια, να καλοπερνάτε...
ἀλλ᾿ ὅταν λάβωμεν αὐτήν εἰρήνην, τηνικαῦτα χαίρετε καί βοᾶτε καί γελᾶτ᾿· ἤδη γάρ ἐξέσται τόθ᾿ ὑμῖν πλεῖν μένειν, βινεῖν, καθεύδειν, εἰς πανηγύρεις θεωρεῖν, ἑστιᾶσθαι κοτταβίζειν, "συβαρίζειν",...

Ευριπίδης, Εκάβη, στιχ. 591-598 (Εκάβη)

Πώς γίνεται, όμως, στους ανθρώπους ο κακός κακός πάντα να μένει και ο καλός πάντα καλός χωρίς οι συμφορές να του χαλούν το χαρακτήρα διατηρώντας πάντα την αρετή του; Τα γονίδιά τους ευθύνονται γι' αυτό ή ο τρόπος ανατροφής τους; Γιατί η σωστή ανατροφή διδάσκει το καλό· αυτό μάλιστα, αν το μάθεις καλά, γνωρίζεις καλά και το κακό, αφού το κρίνεις με το μέτρο του καλού
ἀνθρώποις δ᾿ ἀεί ὁ μέν πονηρός οὐδέν ἄλλο πλήν κακός, ὁ δ᾿ ἐσθλός ἐσθλός, οὐδέ συμφορᾶς ὕπο φύσιν διέφθειρ᾿, ἀλλά χρηστός ἐστ᾿ ἀεί; ἆρ᾿ οἱ τεκόντες διαφέρουσιν ἤ τροφαί; ἔχει γε μέντοι καί τό θρεφθῆναι καλῶς δίδαξιν ἐσθλοῦ· τοῦτο δ᾿ ἤν τίς εὖ μάθῃ, οἶδεν τό γ᾿ αἰσχρόν, κανόνι τοῦ καλοῦ μαθών

Αριστοφάνης, Βάτραχοι, στιχ. 1053-1055 (Αισχύλος)

Αλλά πρέπει ν᾿ αποκρύπτει το κακό ο ποιητής και να μη το δείχνει μήτε να το διδάσκει. Για μεν τα μικρά παιδιά δάσκαλος είναι αυτός που τους εξηγεί, για τους εφήβους, όμως, είναι οι ποιητές. Πρέπει, λοιπόν, εμείς οι ποιητές, να μιλάμε για το καλό
ἀλλ᾿ ἀποκρύπτειν χρή τό πονηρόν τόν γε ποιητήν, καί μή παράγειν μηδέ διδάσκειν. Τοῖς μέν γάρ παιδαρίοισιν ἐστί διδάσκαλος ὅστις φράζει, τοῖσιν δ᾿ ἡβῶσι ποιηταί. Πάνυ δή δεῖ χρηστά λέγειν ἡμᾶς.