Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 442-449 (Θησέας)

Αλλά όμως, όπου ο λαός είναι κυρίαρχος (δημοκρατία), βλέπει με χαρά να μεστώνουν παλικάρια· ο μονάρχης/ο τύραννος όμως αυτό το θεωρεί εχθρικό και τους γενναίους και όσους θεωρεί μυαλωμένους τους σκοτώνει, επειδή φοβάται μήπως χάσει την τυραννία του. Πώς όμως είναι δυνατό μια πόλη να γίνει ισχυρή, όταν της κόβουν, σαν μέσα σ’ ένα ανοιξιάτικο λιβάδι, την ανδρεία και τα νιάτα της;
καὶ μὴν ὅπου γε δῆμος αὐθέντης χθονός, ὑποῦσιν ἀστοῖς ἥδεται νεανίαις• ἀνὴρ δὲ βασιλεὺς ἐχθρὸν ἡγεῖται τόδε, καὶ τοὺς ἀρίστους οὕς τ' ἂν ἡγῆται φρονεῖν κτείνει, δεδοικὼς τῆς τυραννίδος πέρι. πῶς οὖν ἔτ' ἂν γένοιτ' ἂν ἰσχυρὰ πόλις, ὅταν τις ὡς λειμῶνος ἠρινοῦ στάχυν τόλμας ἀφαιρῇ κἀπολωτίζῃ νέους;

Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 429-438 (Θησέας)

Δεν υπάρχει χειρότερο κακό για ένα κράτος από έναν μονάρχη, αφού πρώτα απ’ όλα δεν υπάρχουν νόμοι κοινοί για όλους, ένας μόνο εξουσιάζει και έχει νόμο τη θέλησή του· και σ’ αυτό υο κράτος δεν υπάρχει ισότητα καμιά. Όταν, όμως, οι νόμοι είναι γραμμένοι, και ο αδύναμος και ο πλούσιος στέκουν ως ίσοι, έχουν τη δυνατότητα και οι πιο αδύναμοι να απαντήσουν με παρρησία στο λόγο του πλούσιου, όταν αυτός τους κακολογεί, ενώ, αν έχει δίκιο νικά και ο πιο μικρός το σπουδαίο. Τα λόγια αυτά ξεκάθαρα δείχνουν την ελευθερία
οὐδὲν τυράννου δυσμενέστερον πόλει, ὅπου τὸ μὲν πρώτιστον οὐκ εἰσὶν νόμοι κοινοί, κρατεῖ δ' εἷς τὸν νόμον κεκτημένος αὐτὸς παρ' αὑτῷ• καὶ τόδ' οὐκέτ' ἔστ' ἴσον. γεγραμμένων δὲ τῶν νόμων ὅ τ' ἀσθενὴς ὁ πλούσιός τε τὴν δίκην ἴσην ἔχει, ἔστιν δ' ἐνισπεῖν τοῖσιν ἀσθενεστέροις τὸν εὐτυχοῦντα ταὔθ', ὅταν κλύῃ κακῶς, νικᾷ δ' ὁ μείων τὸν μέγαν δίκαι' ἔχων. τοὐλεύθερον δ' ἐκεῖνο

Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 481-485 (κήρυκας)

Γιατί, όταν έρθει η ώρα να ψηφίσει ο λαός για πόλεμο, κανείς δε σκέφτεται το δικό του χαμό, αλλά θεωρεί πως το κακό τους άλλους θα χτυπήσει· αν, όμως, την ώρα που ψήφιζαν αντίκριζαν το θάνατο, ποτέ δε θα χανόταν η Ελλάδα που μια μανία τη σπρώχνει σε πολέμους
ὅταν γὰρ ἔλθῃ πόλεμος ἐς ψῆφον λεώ, οὐδεὶς ἔθ' αὑτοῦ θάνατον ἐκλογίζεται, τὸ δυστυχὲς δὲ τοῦτ' ἐς ἄλλον ἐκτρέπει• εἰ δ' ἦν παρ' ὄμμα θάνατος ἐν ψήφου φορᾷ, οὐκ ἄν ποθ' ῾Ελλὰς δοριμανὴς ἀπώλλυτο

Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 911-917 (Άδραστος)

Η καλή ανατροφή σε κάνει να έχεις το αίσθημα της ντροπής· ντρέπεται αυτός που μεγάλωσε μέσα στην αρετή να γίνει δειλός όταν μεγαλώσει. Η γενναιότητα διδάσκεται, αφού ακόμα και το βρέφος συνηθίζει να λέει και ν’ ακούει πράγματα που δε γνωρίζει. Όσα μάλιστα μαθαίνει ο καθένας, τον ακολουθούν μέχρι τα γηρατειά του. Γι’ αυτό και να μορφώνετε καλά τα παιδιά σας.
τὸ γὰρ τραφῆναι μὴ κακῶς αἰδῶ φέρει• αἰσχύνεται δὲ τἀγάθ' ἀσκήσας ἀνὴρ κακὸς γενέσθαι πᾶς τις. ἡ δ' εὐανδρία διδακτός, εἴπερ καὶ βρέφος διδάσκεται λέγειν ἀκούειν θ' ὧν μάθησιν οὐκ ἔχει. ἃ δ' ἂν μάθῃ τις, ταῦτα σῴζεσθαι φιλεῖ πρὸς γῆρας. οὕτω παῖδας εὖ παιδεύετε.

Θουκυδίδης, Ιστορία Γ΄, παρ.42 (Κλέων προς Αθηναίους)

Δύο πράγματα είναι τα πιο ενάντια στη σύνεση, η βιασύνη και η οργή, από τα οποία το μεν πρώτο συνοδεύει την αφροσύνη το δε δεύτερο την απαιδευσία και τη στενοκεφαλιά. Όποιος αντιμάχεται τους λόγους και θεωρεί πως δε γίνονται οι δάσκαλοι των πράξεων, αυτός ή ανόητος είναι ή συμφεροντολόγος
δύο τὰ ἐναντιώτατα εὐβουλίᾳ εἶναι, τάχος τε καὶ ὀργήν, ὧν τὸ μὲν μετὰ ἀνοίας φιλεῖ γίγνεσθαι, τὸ δὲ μετὰ ἀπαιδευσίας καὶ βραχύτητος γνώμης. τούς τε λόγους ὅστις διαμάχεται μὴ διδασκάλους τῶν πραγμάτων γίγνεσθαι, ἢ ἀξύνετός ἐστιν ἢ ἰδίᾳ τι αὐτῷ διαφέρει

Ευριπίδης, Ικέτιδες, στιχ. 726-730 (Αργείος Αγγελιαφόρος)

Τέτοιον στρατηγό-ηγέτη πρέπει πάντα να εκλέγουμε, γενναίο στις δυστυχίες και να μισεί τον επηρμένο λαό που, όταν του έρχονται καλά τα πράγματα από την τύχη, θέλει ν’ ανέβει στο ψηλότερο σκαλί κι έτσι χάνει την ευτυχία του αμέσως, ενώ μπορούσε να την κρατήσει
τοιόνδε τὸν στρατηγὸν αἱρεῖσθαι χρεών, ὃς ἔν τε τοῖς δεινοῖσίν ἐστιν ἄλκιμος μισεῖ θ' ὑβριστὴν λαόν, ὃς πράσσων καλῶς ἐς ἄκρα βῆναι κλιμάκων ἐνήλατα ζητῶν ἀπώλεσ' ὄλβον ᾧ χρῆσθαι παρῆν.

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 1018 (παιδαγωγός)

Ο άνθρωπος πρέπει να υπομένει τις συμφορές
κούφως φέρειν χρὴ θνητὸν ὄντα συμφοράς.

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 319-320 (Κρέοντας)

Γιατί από γυναίκα οξύθυμη, όπως και από άντρα, φυλάγεσαι ευκολότερα παρά από ένα σοφό που ξέρει να σωπαίνει
γυνὴ γὰρ ὀξύθυμος, ὡς δ' αὔτως ἀνήρ, ῥᾴων φυλάσσειν ἢ σιωπηλὸς σοφός.

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 569-575 (Ιάσονας)

Αλλά το μυαλό σας, γυναίκες, μέχρι εκεί φτάνει, ώστε, αν στο κρεβάτι σας τον άντρα κρατάτε, νομίζετε πως έχετε τα πάντα· αν πάλι σας τύχει καμιά αναποδιά σ’ αυτό, τότε μισείτε κάθε τι καλό και ωφέλιμο. Αλήθεια με κάποιον άλλον τρόπο θα έπρεπε να κάνουν τα παιδιά οι άνθρωποι και να μην υπάρχει το θηλυκό γένος· έτσι, δε θα μπορούσε καμία συμφορά να πέσει στους ανθρώπους
ἀλλ' ἐς τοσοῦτον ἥκεθ' ὥστ' ὀρθουμένης εὐνῆς γυναῖκες πάντ' ἔχειν νομίζετε, ἢν δ' αὖ γένηται ξυμφορά τις ἐς λέχος, τὰ λῷστα καὶ κάλλιστα πολεμιώτατα τίθεσθε. χρῆν γὰρ ἄλλοθέν ποθεν βροτοὺς παῖδας τεκνοῦσθαι, θῆλυ δ' οὐκ εἶναι γένος• χοὕτως ἂν οὐκ ἦν οὐδὲν ἀνθρώποις κακόν.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2015

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 34-35 (τροφός)

Η δύστυχη κατάλαβε από τις συμφορές της ποσό μεγάλο καλό είναι να μην εγκαταλείπεις ποτέ την πατρίδα σου
ἔγνωκε δ' ἡ τάλαινα συμφορᾶς ὕπο οἷον πατρῴας μὴ ἀπολείπεσθαι χθονός

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 1228-1230 (αγγελιαφόρος)

Κανείς από τους ανθρώπους δε μπορεί να φτάσει την ευτυχία· ακόμη κι αν χυθούν πλημμύρα τα πλούτη, κάποιον τον θεωρείς πιο τυχερό από κάποιον άλλον, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορείς να πεις κανέναν ευτυχισμένο
θνητῶν γὰρ οὐδείς ἐστιν εὐδαίμων ἀνήρ• ὄλβου δ' ἐπιρρυέντος εὐτυχέστερος ἄλλου γένοιτ' ἂν ἄλλος, εὐδαίμων δ' ἂν οὔ.

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 85-87 (παιδαγωγός)

Και ποιος από τους ανθρώπους δε φέρεται όμοια; Τώρα τάχα κατάλαβες πως ο καθένας αγαπάει μόνο τον εαυτό του και όχι τους άλλους, άλλος δίκαια και άλλος για το συμφέρον του;
τίς δ' οὐχὶ θνητῶν; ἄρτι γιγνώσκεις τόδε, ὡς πᾶς τις αὑτὸν τοῦ πέλας μᾶλλον φιλεῖ, οἳ μὲν δικαίως, οἳ δὲ καὶ κέρδους χάριν

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 627-631 (χορός)

Έρωτα, όταν πέσεις με υπερβολική ορμή, δε φέρνεις στους ανθρώπους ούτε καλή φήμη ούτε αρετή· αν, όμως, έρθει ήρεμη η θεά του έρωτα, δεν υπάρχει γλυκύτερη θεά απ’αυτήν
ἔρωτες ὑπὲρ μὲν ἄγαν ἐλθόντες οὐκ εὐδοξίαν οὐδ' ἀρετὰν παρέδωκαν
ἀνδράσιν• εἰ δ' ἅλις ἔλθοι Κύπρις, οὐκ ἄλλα θεὸς εὔχαρις οὕτως.

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 119-122 (τροφός)

Φοβερή η οργή των τυράννων, κι όπως έχουν μάθει ελάχιστα να υπακούνε και περισσότερο να εξουσιάζουν, πολύ δύσκολα μεταβάλλουν την οργή τους. Γι’ αυτό και το καλύτερο είναι να συνηθίζεις να ζεις σαν ίσος με τους άλλους.
δεινὰ τυράννων λήματα καί πως ὀλίγ' ἀρχόμενοι, πολλὰ κρατοῦντες χαλεπῶς ὀργὰς μεταβάλλουσιν. τὸ γὰρ εἰθίσθαι ζῆν ἐπ' ἴσοισιν κρεῖσσον

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ.219-221 (Μήδεια)

Η δίκαιη κρίση δεν υπάρχει στα μάτια των ανθρώπων, οι οποίοι, πριν καν μάθουν καλά το χαρακτήρα κάποιου τον μισούν και μόνο βλέποντάς τον, κι ας μην τους έχει κάνει κανένα κακό
δίκη γὰρ οὐκ ἔνεστ' ἐν ὀφθαλμοῖς βροτῶν, ὅστις πρὶν ἀνδρὸς σπλάγχνον ἐκμαθεῖν σαφῶς στυγεῖ δεδορκώς, οὐδὲν ἠδικημένος. . . .

Ευριπίδης, Μήδεια, στιχ. 123-130 (τροφός)

Για μένα, τουλάχιστον, μακάρι να γεράσω χωρίς μεγαλεία. Γιατί, πάντα νικά το μέτρο, φτάνει μόνο να πεις το όνομά του, και μόνο οφέλη θα έχεις, αν το κάνεις κυβερνήτη στα έργα σου. Αυτά που ξεπερνούν το μέτρο ποτέ δεν φέρνουν καλό στους ανθρώπους. Μεγαλύτερες συμφορές πέφτουν σ' ένα σπίτι, αν πέσει πάνω του ο θεϊκός θυμός.
ἐμοὶ γοῦν ἐν μὴ μεγάλοις ὀχυρῶς γ' εἴη καταγηράσκειν. τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ, χρῆσθαί τε μακρῷ λῷστα βροτοῖσιν• τὰ δ' ὑπερβάλλοντ' οὐδένα καιρὸν δύναται θνητοῖς• μείζους δ' ἄτας, ὅταν ὀργισθῇ δαίμων οἴκοις, ἀπέδωκεν.

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1418-1420 (χορός)

Αλήθεια, πολλά μπορούν να μάθουν οι άνθρωποι όταν δουν· προτού, όμως, να δει, κανείς δε μπορεί να μαντέψει ποια τύχη τον περιμένει
῏Η πολλὰ βροτοῖς ἔστιν ἰδοῦσιν γνῶναι• πρὶν ἰδεῖν δ' οὐδεὶς μάντις τῶν μελλόντων ὅ τι πράξει.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1344-1345 (Οδυσσέας)

Δεν είναι δίκαιο ο ευγενής άντρας να κάνει κακό σ’ έναν νεκρό, ακόμα κι αν τον μισεί πολύ
῎Ανδρα δ' οὐ δίκαιον, εἰ θάνοι, βλάπτειν τὸν ἐσθλόν, οὐδ' ἐὰν μισῶν κυρῇς.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1322-1323 (Οδυσσέας)

Γιατί εγώ συγχωρώ τον άντρα που όταν ακούει να τον βρίζουν απαντά κι αυτός με όμοιες βρισιές
ἐγὼ γὰρ ἀνδρὶ συγγνώμην ἔχω κλύοντι φλαῦρα συμβαλεῖν ἔπη κακά.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1250-1254 (Αγαμέμνων)

Γιατί όσοι έχουνε κορμί μεγάλο και φαρδιές πλάτες, δε δίνουν σιγουριά περισσότερη, αλλά οι συνετοί και φρόνιμου νικούν παντού. Κι ένα μικρό μαστίγιο κάνει το μεγάλο ταύρο να προχωρά σωστά στο δρόμο.
οὐ γὰρ οἱ πλατεῖς οὐδ' εὐρύνωτοι φῶτες ἀσφαλέστατοι, ἀλλ' οἱ φρονοῦντες εὖ κρατοῦσι πανταχοῦ. Μέγας δὲ πλευρὰ βοῦς ὑπὸ σμικρᾶς ὅμως μάστιγος ὀρθὸς εἰς ὁδὸν πορεύεται.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1192-1197 (χορός)

Μακάρι να ‘χε χαθεί από τα πριν μες στον αιθέρα ή μες στον παντοδέκτη Άδη αυτός που δίδαξε στους Έλληνες τα μισητά όπλα του πολέμου. Ω πόνοι, πατεράδες πόνων. Γιατί εκείνος ρήμαξε όλους τους ανθρώπους.
῎Οφελε πρότερον αἰθέρα δῦναι μέγαν ἢ τὸν πολύκοινον ῞Αιδαν κεῖνος ἁνὴρ, ὃς στυγερῶν ἔδειξεν ὅπλων ῞Ελλασιν κοινὸν ῎Αρη. ῍Ω πόνοι πρόγονοι πόνων• κεῖνος γὰρ ἔπερσεν ἀνθρώπους.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1161-1162 (Τεύκρος)

Και για μένα είναι πολύ μεγάλη ντροπή ν’ ακούω τις ανοησίες ενός ανόητου
κἀμοὶ γὰρ αἴσχιστον κλύειν ἀνδρὸς ματαίου φλαῦρ' ἔπη μυθουμένου.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1142-1149 (Μενέλαος)

Κάποτε είδα κάποιον που με γλώσσα γεμάτη θράσος είχε βάλει ναύτες με δύσκολο καιρό να ταξιδέψουν· μα σαν τους έπιασε βαριά φουρτούνα, έχασε τη μιλιά του και κρυμμένος μέσα στα ρούχα του άφηνε όποιον κι όποιον να τον πατάει. Έτσι και με σένα και τα περήφανά σου λόγια, μόλις απ’ να σύννεφο μικρό ξεσπάσει μεγάλη καταιγίδα, την πολλή σου και φουσκωμένη ξιπασιά θα σβήσει.
῎Ηδη ποτ' εἶδον ἄνδρ' ἐγὼ γλώσσῃ θρασὺν ναύτας ἐφορμήσαντα χειμῶνος τὸ πλεῖν, ᾧ φθέγμ' ἂν οὐκ ἀνηῦρες, ἡνίκ' ἐν κακῷ χειμῶνος εἴχετ', ἀλλ' ὑφ' εἵματος κρυφεὶς πατεῖν παρεῖχε τῷ θέλοντι ναυτίλων. Οὕτω δὲ καὶ σὲ καὶ τὸ σὸν λάβρον στόμα σμικροῦ νέφους τάχ' ἄν τις ἐκπνεύσας μέγας χειμὼν κατασβέσειε τὴν πολλὴν βοήν.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1137 (Τεύκρος)

Πολλά κακά μπορείς κρυφά να κάνεις
Πόλλ' ἂν καλῶς λάθρᾳ σὺ κλέψειας κακά.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1118-1119 (χορός)

Τέτοια πάλι γλώσσα δε μ’ αρέσει· γιατί, όταν βρίσκεσαι σε συμφορές, τα σκληρά λόγια, κι αν ακόμα είναι δίκαια, σε δαγκώνουν
Οὐδ' αὖ τοιαύτην γλῶσσαν ἐν κακοῖς φιλῶ• τὰ σκληρὰ γάρ τοι, κἂν ὑπέρδικ' ᾖ, δάκνει.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1077-1087 (Μενέλαος)

Ο καθένας πρέπει, όσο μεγάλο ανάστημα κι αν έχει, να ξέρει πως μπορεί να τον γκρεμίσει κι ένα μικρό κακό. Και μάθε κείνος που νιώθει φόβο και οργή, γλιτώνει· μα όπου μπορεί ο καθένας έτσι να καυχιέται κι ό,τι θέλει να κάνει, να λογιάζεις πως θα ‘ρθει κάποια μέρα που σε μαύρους βυθούς η πολιτεία θα βουλιάξει, κι ας είχε ξεκινήσει πρίμα. Κάποιος σωτήριος φόβος ας με παραστέκει και να μην λογαριάζουμε πως όταν κάνουμε αυτά που μας ευχαριστούνε, δε θα τα ξεπληρώσουμε μ’ εκείνα που μας στενοχωρούν. Αυτά πηγαίνουν το ΄να ξοπίσω απ’ τ’ άλλο.
᾿Αλλ' ἄνδρα χρή, κἂν σῶμα γεννήσῃ μέγα, δοκεῖν πεσεῖν ἂν κἂν ἀπὸ σμικροῦ κακοῦ. Δέος γὰρ ᾧ πρόσεστιν αἰσχύνη θ' ὁμοῦ, σωτηρίαν ἔχοντα τόνδ' ἐπίστασο• ὅπου δ' ὑβρίζειν δρᾶν θ' ἃ βούλεται παρῇ, ταύτην νόμιζε τὴν πόλιν χρόνῳ ποτὲ ἐξ οὐρίων δραμοῦσαν εἰς βυθὸν πεσεῖν. ᾿Αλλ' ἑστάτω μοι καὶ δέος τι καίριον, καὶ μὴ δοκῶμεν δρῶντες ἃν ἡδώμεθα οὐκ ἀντιτίσειν αὖθις ἃν λυπώμεθα. ῞Ερπει παραλλὰξ ταῦτα

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1071-1076 (Μενέλαος)

Είναι πολίτης κακός όποιος δε θέλει να υπακούει στους άρχοντές του. Και ούτε θα μείνουν ορθοί οι νόμοι σε μία πόλη, αν δεν υπήρχε και ο φόβος να τους παραστέκει. Μήτε σωστά ο στρατός θα κυβερνιόταν, άμα το σεβασμό δεν είχε και το φόβο να τον συντρέχουν.
Καίτοι κακοῦ πρὸς ἀνδρὸς ἄνδρα δημότην μηδὲν δικαιοῦν τῶν ἐφεστώτων κλύειν. Οὐ γάρ ποτ' οὔτ' ἂν ἐν πόλει νόμοι καλῶς φέροιντ' ἄν, ἔνθα μὴ καθεστήκῃ δέος, οὔτ' ἂν στρατός γε σωφρόνως ἄρχοιτ' ἔτι μηδὲν φόβου πρόβλημα μηδ' αἰδοῦς ἔχων.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 964-965 (Τεύκρος)

Γιατί οι ανόητοι, όταν έχουν δικό τους το καλό, δεν το γνωρίζουν, και το καταλαβαίνουν μόνο όταν το χάσουν
Οἱ γὰρ κακοὶ γνώμαισι τἀγαθὸν χεροῖν ἔχοντες οὐκ ἴσασι, πρίν τις ἐκβάλῃ.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 767-768 (Αγαμέμνων)

Με τη βοήθεια των θεών θα μπορούσε να κερδίσει ακόμα και ο αδύναμος
θεοῖς μὲν κἂν ὁ μηδὲν ὢν ὁμοῦ κράτος κατακτήσαιτ'

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 713-714 (χορός)

Τα πάντα μαραίνει ο μέγας χρόνος
Πάνθ' ὁ μέγας χρόνος μαραίνει

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 682-683 (Αίας)

Στους πιο πολλούς ανθρώπους άπιστο είναι το λιμάνι της φιλίας
τοῖς πολλοῖσι γὰρ βροτῶν ἄπιστός ἐσθ' ἑταιρείας λιμήν.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 670-671 (Αίας)

Οι γεμάτοι με χιόνι χειμώνες δίνουν τη θέση τους στο καρποφόρο καλοκαίρι
νιφοστιβεῖς χειμῶνες ἐκχωροῦσιν εὐκάρπῳ θέρει•

Σοφοκλής, Αίας, στιχ.669 (Αίας)

Γιατί και τα πιο τρομερά και δυνατά υποχωρούν μπροστά στα αξιώματα
Καὶ γὰρ τὰ δεινὰ καὶ τὰ καρτερώτατα τιμαῖς ὑπείκει

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 664-665 (Αίας)

Αλλά είναι αληθής η παροιμία που λέει πως τα δώρα των εχθρών δεν είναι δώρα και ούτε ωφελούν
ἀλλ' ἔστ' ἀληθὴς ἡ βροτῶν παροιμία• ἐχθρῶν ἄδωρα δῶρα κοὐκ ὀνήσιμα.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 648 (Αίας)

Τίποτα δεν είναι απροσδόκητο, αλλά κατακτάται
κοὐκ ἔστ' ἄελπτον οὐδέν, ἀλλ' ἁλίσκεται

Σοφοκλής, Αίας, στιχ.644-645 (Αίας)

Ο σπουδαίος και αναρίθμητος χρόνος φανερώνει όλα τα αφανέρωτα και, αφού τα φανερώσει, και πάλι τα καλύπτει
῞Απανθ' ὁ μακρὸς κἀναρίθμητος χρόνος φύει τ' ἄδηλα καὶ φανέντα κρύπτεται

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 598-599 (Αίας)

Μου φαίνεται πως σκέφτεσαι ανόητα, αν λογαριάζεις τώρα ν’ αλλάξεις το χαρακτήρα μου
Μῶρά μοι δοκεῖς φρονεῖν, εἰ τοὐμὸν ἦθος ἄρτι παιδεύειν νοεῖς.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 586 (Αίας)

Είναι καλό να είσαι συνετός
σωφρονεῖν καλόν.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ.581-582 (Αίας)

Δεν ταιριάζει στο σοφό γιατρό τη συμφορά με θρήνους να ξορκίζει, όταν μαχαίρι μόνο μπορεί να τη γιατρέψει
οὐ πρὸς ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδὰς πρὸς τομῶντι πήματι

Σοφοκλής, Αίας, στιχ.580 (Αίας)

Στη γυναίκα αρέσει υπερβολικά η κλάψα
κάρτα τοι φιλοίκτιστον γυνή

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 554-555 (Αίας)

Δεν υπάρχει πιο χαρούμενη ζωή από το να μην σκέφτεσαι τίποτα, έως ότου βέβαια μάθεις τη χαρά και τη λύπη
ἐν τῷ φρονεῖν γὰρ μηδὲν ἥδιστος βίος, ἕως τὸ χαίρειν καὶ τὸ λυπεῖσθαι μάθῃς.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 520-524 (Τεύκρος)

Είναι ανάγκη ο άνδρας να θυμάται, αν κάποτε έχει γευτεί χαρά. Γιατί η χάρη είναι πάντα που γεννά την αντίχαρη. Όποιος, όμως, λησμονεί την ευεργεσία που παίρνει, ποτέ του αυτός δε θα είναι καλής γενιάς
ἀνδρί τοι χρεὼν μνήμην προσεῖναι, τερπνὸν εἴ τί που πάθῃ• χάρις χάριν γάρ ἐστιν ἡ τίκτουσ' ἀεί• ὅτου δ' ἀπορρεῖ μνῆστις εὖ πεπονθότος, οὐκ ἂν λέγοιτ' ἔθ' οὗτος εὐγενὴς ἀνήρ

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 185-186 (Τεύκρος)

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό για τους ανθρώπους από την τύχη που τη γεννά η ανάγκη
τῆς ἀναγκαίας τύχης οὐκ ἔστιν οὐδὲν μεῖζον ἀνθρώποις κακόν

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 479-480 (Αίας)

Πρέπει ο ακέραιος άνθρωπος ή να ζει τιμημένα ή να πεθαίνει με τιμή
ἀλλ' ἢ καλῶς ζῆν ἢ καλῶς τεθνηκέναι τὸν εὐγενῆ χρή

Σοφοκλής, Αίας, στιχ.477-478 (Αίας)

Καθόλου δεν υπολογίζω εκείνον που τον «θερμαίνουν» φρούδες ελπίδες
Οὐκ ἂν πριαίμην οὐδενὸς λόγου βροτὸν ὅστις κεναῖσιν ἐλπίσιν θερμαίνεται•

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 475-476 (Αίας)

Τι τάχα ευχαρίστηση μπορεί να δώσει η κάθε μέρα, αφού κοντά στο θάνατο μας φέρνει κι ας δείχνει πως τον αναβάλλει;
Τί γὰρ παρ' ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει προσθεῖσα κἀναθεῖσα τοῦ γε κατθανεῖν;

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 473-474 (Αίας)

Είναι ντροπή για τον άντρα να θέλει πολύ καιρό ακόμη να ζήσει, όταν δε βλέπει καμιά αλλαγή στις συμφορές του
Αἰσχρὸν γὰρ ἄνδρα τοῦ μακροῦ χρῄζειν βίου, κακοῖσιν ὅστις μηδὲν ἐξαλλάσσεται.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 383 (χορός)

Σαν θέλει ο θεός, γελά και κλαίει ο καθένας
Ξὺν τῷ θεῷ πᾶς καὶ γελᾷ κὠδύρεται.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 362-363 (χορός)

Μην προσπαθείς να θεραπεύσεις το ένα κακό με άλλο κακό μεγαλώνοντας έτσι τη φρίκη της συμφοράς
μὴ κακὸν κακῷ διδοὺς ἄκος, πλέον τὸ πῆμα τῆς ἄτης τίθει.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 293 (Τεύκρος)

Γυναίκα, η σιωπή είναι για τις γυναίκες μεγάλο στολίδι
«Γύναι, γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει.»

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 265-268 (Τεύκρος-χορός)

ΤΕ. Ποιο από τα δυο θα προτιμούσες, αν σ’ έβαζε κάποιος να επιλέξεις; Να έδινες θλίψη στους φίλους σου και να χαιρόσουν εσύ ή να λυπόσουν μαζί τους;
ΧΟ. Τα διπλό κακό, γυναίκα, είναι μεγαλύτερο κακό
ΤΕ. Πότερα δ' ἄν, εἰ νέμοι τις αἵρεσιν, λάβοις, φίλους ἀνιῶν αὐτὸς ἡδονὰς ἔχειν ἢ κοινὸς ἐν κοινοῖσι λυπεῖσθαι ξυνών;
ΧΟ. Τό τοι διπλάζον, ὦ γύναι, μεῖζον κακόν

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 264 (χορός)

Άμα περάσει το κακό, δεν κάνεις πλέον λόγο γι’ αυτό καθόλου
φρούδου γὰρ ἤδη τοῦ κακοῦ μείων λόγος

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 260-262 (Τεύκρος)

Το να κοιτάς τις συμφορές που μόνος σου έκανες, χωρίς να φταίξει άλλος γι’ αυτές, επιτείνει το μεγάλο πόνο
Τὸ γὰρ ἐσλεύσσειν οἰκεῖα πάθη, μηδενὸς ἄλλου παραπράξαντος, μεγάλας ὀδύνας ὑποτείνει

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2015

Αισχύλος, Αίας, στιχ. 154-157 (χορός)

Γιατί άμα σημαδεύεις τους σπουδαίους ποτέ δεν αστοχείς· ό,τι, όμως, και να πούνε εναντίον μου (σε μένα που είμαι ταπεινός) δε θα γίνει πιστευτό· γιατί ο φθόνος προς τον δυνατό εξαπλώνεται γρήγορα και τον χτυπά
Τῶν γὰρ μεγάλων ψυχῶν ἱεὶς οὐκ ἂν ἁμάρτοις• κατὰ δ' ἄν τις ἐμοῦ τοιαῦτα λέγων οὐκ ἂν πείθοι• πρὸς γὰρ τὸν ἔχονθ' ὁ φθόνος ἕρπει•

Αισχύλος, Αίας, στιχ. 127-133 (Αθηνά)

Αυτά βλέποντας, ποτέ να μην ξεστομίσεις αλαζονικό λόγο για τους θεούς, μήτε να καυχηθείς αν υπερέχεις απ’ τους άλλους σε γενναιοψυχία ή σε μεγάλο πλούτο· κι αυτό γιατί μια μέρα αρκεί για να ανασηκώσει και πάλι να βουλιάξει τα ανθρώπινα· οι θεοί αγαπούν τους συνετούς και απεχθάνονται τους κακούς
Τοιαῦτα τοίνυν εἰσορῶν ὑπέρκοπον μηδέν ποτ' εἴπῃς αὐτὸς ἐς θεοὺς ἔπος, μηδ' ὄγκον ἄρῃ μηδέν', εἴ τινος πλέον ἢ χειρὶ βρίθεις ἢ μακροῦ πλούτου βάθει• ὡς ἡμέρα κλίνει τε κἀνάγει πάλιν ἅπαντα τἀνθρώπεια• τοὺς δὲ σώφρονας θεοὶ φιλοῦσι καὶ στυγοῦσι τοὺς κακούς.

Αισχύλος, Αίας, στιχ. 125-126 (Οδυσσέας)

Το βλέπω καθαρά πως άλλο τίποτε δεν είμαστε εμείς οι ζωντανοί παρά φαντάσματα, σκιές κι αέρας
῾Ορῶ γὰρ ἡμᾶς οὐδὲν ὄντας ἄλλο πλὴν εἴδωλ', ὅσοιπερ ζῶμεν, ἢ κούφην σκιάν.

Αισχύλος, Αίας, στιχ. 86 (Οδυσσέας)

Κάθε τι που μηχανεύεται ο θεός μπορεί να γίνει
Γένοιτο μεντἂν πᾶν θεοῦ τεχνωμένου.

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 79 (Αθηνά)

Υπάρχει μεγαλύτερη ευχαρίστηση από το να γελάς με τους εχθρούς σου;
Οὔκουν γέλως ἥδιστος εἰς ἐχθροὺς γελᾶν;