Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

Σοφοκλής, Αίας, στιχ. 1142-1149 (Μενέλαος)

Κάποτε είδα κάποιον που με γλώσσα γεμάτη θράσος είχε βάλει ναύτες με δύσκολο καιρό να ταξιδέψουν· μα σαν τους έπιασε βαριά φουρτούνα, έχασε τη μιλιά του και κρυμμένος μέσα στα ρούχα του άφηνε όποιον κι όποιον να τον πατάει. Έτσι και με σένα και τα περήφανά σου λόγια, μόλις απ’ να σύννεφο μικρό ξεσπάσει μεγάλη καταιγίδα, την πολλή σου και φουσκωμένη ξιπασιά θα σβήσει.
῎Ηδη ποτ' εἶδον ἄνδρ' ἐγὼ γλώσσῃ θρασὺν ναύτας ἐφορμήσαντα χειμῶνος τὸ πλεῖν, ᾧ φθέγμ' ἂν οὐκ ἀνηῦρες, ἡνίκ' ἐν κακῷ χειμῶνος εἴχετ', ἀλλ' ὑφ' εἵματος κρυφεὶς πατεῖν παρεῖχε τῷ θέλοντι ναυτίλων. Οὕτω δὲ καὶ σὲ καὶ τὸ σὸν λάβρον στόμα σμικροῦ νέφους τάχ' ἄν τις ἐκπνεύσας μέγας χειμὼν κατασβέσειε τὴν πολλὴν βοήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου